Κυριακή 8 Ιουλίου 2012

Ο Λένιν για την επαναστατική τακτική και την επαναστατική τέχνη

Πρώτο μέρος

Ο μαρξισμός - λενινισμός όχι μόνο θεμελιώνει θεωρητικά την ιστορική αναγκαιότητα της σοσιαλιστικής επανάστασης, αλλά και τις νομοτέλει­ες της επαναστατικής πάλης.
Η επαναστατική κατάληψη της πολιτικής εξουσίας και η εγκαθίδρυση της δικτατορίας του προλεταριάτου είναι η βασική νομοτέλεια της σοσιαλιστικής επανάστασης1, χωρίς την οποία είναι αδύνατο να πραγματοποι­ηθεί το πέρασμα από τον καπιταλισμό στον κομμουνισμό.
Γι' αυτό, ο Λένιν τόνιζε: «Το πέρασμα της κρατικής εξουσίας από τα χέρια μιας τάξης στα χέρια της άλλης είναι το πρώτο, το κύριο, το βασικό γνώρισμα της επανάστασης, τόσο με την αυστηρά επιστημονική όσο και με την πρακτικά πολιτική σημασία αυτής της έννοιας».2
Ο σωστός προσδιορισμός του χαρακτήρα της επανάστασης είναι καθο­ριστικό ζήτημα, όμως δεν είναι αρκετό για να μπορεί το Κόμμα να έχει πραγματικά επαναστατική δράση. Οι μάζες της εργατικής τάξης προσελ­κύονται στην επαναστατική δράση, στην πάλη για την ανατροπή της αστι­κής εξουσίας, μόνο στο βαθμό που πείθονται από την ίδια τους την πείρα γι' αυτήν την αναγκαιότητα.
Η κατάκτηση αυτής της πείρας είναι μια σύνθετη διαδικασία που αφο­ρά την επίδραση αντικειμενικών εξελίξεων (επίδραση στη συνείδηση της εργατικής τάξης των εξελίξεων στην καπιταλιστική οικονομία αλλά και στο εποικοδόμημα) αλλά και της παρέμβασης του υποκειμενικού παρά­γοντα, με στόχο την αποκάλυψη της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης και την οργάνωση της πάλης της εργατικής τάξης σε αντικαπιταλιστική κα­τεύθυνση.
Τίθεται, λοιπόν, το ζήτημα πώς το Κομμουνιστικό Κόμμα (ΚΚ) θα προ­ετοιμάσει με την πολιτική του δράση ικανές δυνάμεις της εργατικής τά­ξης ώστε στις κατάλληλες συνθήκες η δράση των μαζών να ανέβει ως το επίπεδο της επαναστατικής ανατροπής του καπιταλισμού. Το πώς αυτή η προσπάθεια θα υπηρετείται ανεξάρτητα από το αν διανύουμε επαναστατι­κές ή μη επαναστατικές συνθήκες.
Σε συνθήκες επαναστατικής κατάστασης κινητοποιούνται μάζες εκα­τομμυρίων ανθρώπων, συγκρούονται και αλληλοεπηρεάζονται διαφορε­τικές ταξικές δυνάμεις, κόμματα και οργανώσεις. Σε αυτές τις περίπλοκες και αντιφατικές συνθήκες το ΚΚ, για να μπορέσει να σπρώξει τις εξελίξεις στην κατεύθυνση της σοσιαλιστικής επανάστασης πρέπει να αντι­μετωπίζει την επανάσταση ως επιστήμη, δηλαδή χρειάζεται να γνωρίζει τις νομοτέλειες της επαναστατικής πολιτικής και να ανταποκρίνεται με την πολιτική του δράση σε αυτές. Ταυτόχρονα, θα πρέπει να αντιμετωπί­ζει την επανάσταση και ως τέχνη.
Ο Λένιν, τονίζοντας την ανάγκη το Κόμμα να κατέχει την τέχνη της επανάστασης, έγραφε: «Ακόμη και αν η επανάσταση έχει αρχίσει μέσα σε μια κατάσταση που δε φαίνεται και τόσο περίπλοκη, η ίδια η επανάσταση στην εξέλιξή της δημιουργεί πάντα εξαιρετικά περίπλοκη κατάσταση. Γιατί η επανάσταση, η πραγματική, η ριζική, η "λαϊκή", σύμφωνα με την έκφρα­ση του Μαρξ, επανάσταση είναι ένα αφάνταστα περίπλοκο και βασανι­στικό προτσές απονέκρωσης του παλιού και γέννησης ενός νέου κοινω­νικού συστήματος, νέου τρόπου ζωής δεκάδων εκατομμυρίων ανθρώπων. Επανάσταση είναι η πιο έντονη, λυσσαλέα, απεγνωσμένη ταξική πάλη και εμφύλιος πόλεμος. Καμιά μεγάλη επανάσταση στην Ιστορία δεν έγι­νε χωρίς εμφύλιο πόλεμο. Και μόνο άνθρωποι κλεισμένοι στο καβούκι τους μπορούν να πιστέψουν πως ο εμφύλιος πόλεμος είναι νοητός χωρίς μια "εξαιρετικά περίπλοκη κατάσταση". Αν δεν υπήρχε μια εξαιρετικά περίπλοκη κατάσταση, δεν θα υπήρχε και επανάσταση. Οποιος φοβάται τους λύκους, ας μην πηγαίνει στο δάσος».3
Γι' αυτό το λόγο, το ΚΚΕ δίνει μεγάλο βάρος στην ανάγκη σωστής σύν­δεσης της τακτικής με τη στρατηγική, έτσι ώστε να υπηρετείται σε κάθε φάση του κινήματος (είτε ανόδου είτε υποχώρησης) ο στρατηγικός στό­χος του Κόμματος.

Θεωρητικά ζητήματα για τις προϋποθέσεις της σοσιαλιστικής επανάστασης

Εβδομο μέρος

Ο Λένιν, στις συνθήκες του ιμπεριαλισμού του 20ού αιώνα πρόβλεψε τη δυνατότητα να διαμορφωθεί επαναστατική κατάσταση πιο εύκολα σε κάποια λιγότερο ανεπτυγμένη καπιταλιστική κοινωνία, όπως η τσαρική Ρωσία, η δυνατότητα μετατροπής της αστικοδημοκρατικής επανάστασης σε προλεταριακή όπως και έγινε. Αυτό σε αντίθεση με την πρόβλεψη των Μαρξ - Ενγκελς που προσέβλεπαν στη δυνατότητα μετεξέλιξης της αστικής επανάστασης (του 1848) στις πρωτοπόρες καπιταλιστικές χώρες της ηπειρωτικής Ευρώπης (Γαλλία, Γερμανία) σε σοσιαλιστική, σε συνδυασμό με νίκη της σοσιαλιστικής επανάστασης σε Αγγλία και ΗΠΑ.
Ο Λένιν κατέληξε στο συμπέρασμα για το αδύνατο της ταυτόχρονης εκδήλωσης της σοσιαλιστικής επανάστασης σε όλες τις καπιταλιστικές χώρες και υποστήριξε τη δυνατότητα νίκης της σε αυτή ή αυτές τις χώρες που θα αποτελέσουν τον «αδύνατο κρίκο» του ιμπεριαλιστικού συστήματος. Η σοσιαλιστική επανάσταση στη μια ή στην άλλη χώρα δεν είναι απομονωμένο φαινόμενο, «κεραυνός εν αιθρία». Συνδέεται με διεργασίες που συντελούνται στο ιμπεριαλιστικό σύστημα, κάπου όμως οδηγούν ταχύτερα στην οξύτητα της ταξικής πάλης. Οπως έχει αποδειχτεί ιστορικά, η σοσιαλιστική επανάσταση σε μια χώρα επιδρά γενικότερα στην ανάπτυξη του κομμουνιστικού κινήματος σε διεθνές επίπεδο.
Το προλεταριάτο και η πρωτοπορία του στη χώρα που εκδηλώνεται η σοσιαλιστική επανάσταση πραγματοποιούν το «εθνικό» τους καθήκον «ξεμπερδεύοντας με την αστική τάξη της χώρας τους», συμβάλλοντας με αυτό τον τρόπο στην υπόθεση της παγκόσμιας επανάστασης.

Το έργο του Β. Ι. Λένιν ζωντανό και επίκαιρο


Είναι γεγονός ότι σε κάθε ιστορική επέτειο για το κομμουνιστικό κίνημα - ιδιαίτερα αν πρόκειται για επέτειο που φέρνει στο νου ηγέτες του κινήματος, η δράση των οποίων είναι δεμένη με κοσμοϊστορικά γεγονότα - τότε η μνήμη γίνεται ένα με το σήμερα. Οχι μόνο γιατί αποτιμά το επαναστατικό τους έργο, μα γιατί αυτό το έργο είναι υλική δύναμη για το μέλλον της ιστορικής εξέλιξης. Δύναμη, που συμβάλλει στη διαμόρφωση και την ανάπτυξη της ταξικής συνείδησης της εργατικής τάξης. Ετσι μόνο μπορεί να μετατρέπεται σε παράγοντα, που επιδρά στην ανάπτυξη του αγώνα της εργατικής τάξης για την εκπλήρωση του τελικού σκοπού, την ανατροπή του καπιταλισμού, την οικοδόμηση του σοσιαλισμού και της κομμουνιστικής κοινωνίας. Πολύ περισσότερο δε, όταν πρόκειται για επέτειο που αφορά στη μεγαλύτερη προσωπικότητα που ανέδειξε το παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα στον 20ό αιώνα, τον Β. Ι. Λένιν, έναν από τους κλασικούς της κοσμοθεωρίας της εργατικής τάξης, που δικαίως φέρει και το δικό του όνομα: Μαρξισμός - Λενινισμός.
Ηταν 21 Γενάρη του 1924 που η καρδιά του Βλαντιμίρ Ιλιτς Ουλιάνοφ Λένιν έπαψε να χτυπά. Μα η κληρονομιά που άφησε τον κράτησε και τον κρατά ζωντανό στην καρδιά και το νου των απλών ανθρώπων του μόχθου.
Το τεράστιο ιστορικό έργο του Λένιν αποκαλύπτει ότι το σύνθημα «σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα» προβάλλει ως η μόνη ελπίδα των λαών σήμερα. Ο καπιταλισμός είναι ιστορικά ξεπερασμένος. Η οικονομική κρίση του στις μέρες μας αποκαλύπτει ότι τα ιστορικά του όρια είναι ξεπερασμένα.
To όνομα του Λένιν είναι ταυτισμένο με τη Μεγάλη Οχτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση. Αλλά η επανάσταση δεν είναι έργο μιας πράξης. Πίσω από το συγκεκριμένο γεγονός, τομή στην Ιστορία της ανθρωπότητας γιατί άνοιγε ο δρόμος του περάσματος από τις ταξικές κοινωνίες στον κομμουνισμό, την αταξική κοινωνία, υπάρχει ένα τεράστιο επαναστατικό έργο, συνέχεια του έργου των Μαρξ - Ενγκελς. Αλλά και μετά την πραγματοποίηση της Επανάστασης, υπάρχει η πορεία της οικοδόμησης του σοσιαλισμού, τις βάσεις της οποίας, θεωρητικά και πρακτικά, ανέπτυξε ο Λένιν.
Ο Λένιν, λοιπόν, είναι ταυτισμένος με την επαναστατική θεωρία της εργατικής τάξης, την ανάπτυξη του μαρξισμού στην εποχή του ιμπεριαλισμού, αλλά ανέπτυξε και τις θεωρητικές βάσεις της οικοδόμησης της νέας κοινωνίας. Ταυτόχρονα, είναι ταυτισμένος με την επαναστατική πρακτική, σπουδαίο, επίσης, ζήτημα και διαλεκτικά δεμένο με τη θεωρία, προκειμένου η εργατική τάξη, να ανταποκριθεί στο ιστορικό έργο του περάσματος των κοινωνιών από τα εκμεταλλευτικά συστήματα στην κατάργηση της εκμετάλλευσης, από το βασίλειο της αναγκαιότητας στο βασίλειο της ελευθερίας.
Αυτό το έργο, που δίκαια πήρε τη θέση του στην Ιστορία του παγκόσμιου εργατικού κινήματος, ο λενινισμός, είναι ο μαρξισμός στην εποχή του ιμπεριαλισμού, και ο Λένιν αποτελεί μαζί με τους Μαρξ - Ενγκελς τους θεμελιωτές της κοσμοθεωρίας της εργατικής τάξης, για την παγκόσμια νίκη του κομμουνισμού.

Το όνομα - σύμβολο

Ο Βλαντιμίρ Ιλιτς Ουλιάνοφ, αυτό είναι το πραγματικό όνομα του Λένιν, είδε για πρώτη φορά το φως της ζωής στις 22 Απρίλη 1870, στην πόλη Σιμπίρσκ στο Βόλγα.

Η Μεγάλη Πρωτοβουλία


Ο Λένιν κατά τη διάρκεια εθελοντικής εργασίας
(...) Η «Πράβντα» της 23 του Μάη 1919 ανακοίνωσε ότι:«Στις 17 του Μάη έγινε στη σιδηροδρομική γραμμή Αλεξάντροβσκαγια το πρώτο κομμουνιστικό "Σάββατο". 98 κομμουνιστές και συμπαθούντες δούλεψαν, σύμφωνα με την απόφαση της γενικής συνέλευσης, χωρίς πληρωμή 5 ώρες υπερωρία και με μόνο το δικαίωμα να φάνε δεύτερη φορά με λεφτά, το φαγητό επίσης με λεφτά τούς δόθηκε, όπως γίνεται σε όσους κάνουν χειρωνακτική δουλιά, και από μισό φούντι ψωμί».
Παρ' ότι η δουλιά δεν είχε ούτε καλά προετοιμαστεί, ούτε καλά οργανωθεί, η παραγωγικότητα της δουλιάς ή­ταν 2-3 φορές ανώτερη από τη συνηθισμένη.
Να μερικά παραδείγματα:
5 τορναδόροι μέσα σε 4 ώρες έκαναν 80 άξονες. Η παραγω­γικότητα σε σύγκριση με τη συνηθισμένη είναι 213%.
20 ανειδίκευτοι εργάτες μάζεψαν μέσα σε 4 ώρες 600 πούτια παλιό υλικό και 70 σούστες βαγονιών, που ζύγιζαν 3 1/2 πούτια η καθεμιά, συνολικά 850 πούτια. Η παραγωγικότητα σε σύγκριση με τη συνηθισμένη είναι 300%.
«Οι σύντροφοι το εξηγούν αυτό με το ότι στο συνηθισμένο καιρό η δουλιά είναι βαρετή, ανιαρή, ενώ εδώ δουλεύουν με ευχαρίστηση, με ενθουσιασμό. Τώρα όμως θα ντρέπονται να κάνουν στο συνηθισμένο καιρό λιγότερα από όσα έκαναν το κομμουνιστικό Σάββατο».
«Τώρα πολλοί εξωκομματικοί εργάτες δηλώνουν ότι επιθυμούν να πάρουν μέρος στα Σάββατα. Τα συνεργεία των ατμομηχανών αναλαβαίνουν να πάρουν το Σάββατο μια ατμομηχανή από το "νεκροταφείο", να την επιδιορθώσουν και να τη βάλουν σε κίνηση.
Ο Λένιν στην Κόκκινη Πλατεία επιθεωρεί μονάδες του Κόκκινου Στρατού
Μας ήλθαν πληροφορίες ότι τέτια Σάββατα οργανώνονται στη σιδηροδρο­μική γραμμή της Βιάσμα».Στην «Πράβντα» της 7 του Ιούνη, ο σ. Α. Ντιατσένκο γράφει πως γίνεται η δουλιά σ' αυτά τα κομμουνιστικά Σαββατα. Παραθέτουμε το κυριότερο μέρος του άρθρου του, που έχει τον τίτλο: «Σημειώσεις από το Σάββατο»:
«Με μεγάλη χαρά ετοιμάστηκα να πάω με το σύντροφό μου στη σαββατιά­τικη "υπηρεσία", σύμφωνα με την κομματική απόφαση της υπαχτίδας της σιδηροδρομικής γραμμής, και να ξεκουράσω προσωρινά για μερικές ώρες το κεφάλι μου δίνοντας δουλιά στους μύες μου... Επρόκειτο να δουλέψουμε στο ξυλουργικό εργοστάσιο της σιδηροδρομικής γραμμής. Φτάσαμε, είδαμε τους δικούς μας χαιρετιστήκαμε, αστειευτήκαμε, μετρήσαμε τις δυνάμεις μας - ήμασταν το όλο 30... Και μπροστά μας κείτεται το "θεριό", δηλαδή ένα ατμοκάζανο με το αρκετά σεβαστό βάρος, 600-700 πούτια. Κι αυτό πρέπει να το "μετακινήσουμε", δηλαδή να το κυλήσουμε κάπου 1/4 ή 1/3 του βερστιού ως την πλατφόρμα. Η αμφιβολία εισχωρεί στις σκέψεις μας... Μα να, πιάσαμε κιόλας δουλιά: οι σύντροφοι έβαλαν απλώς κάτω από το καζάνι κυλινδρικά μαδέρια, το έδεσαν με δυο σχοινιά και η δουλιά αρχίζει... Το καζάνι δύσκολα ακούει, μα ωστόσο κουνιέται από τη θέση του. Χαιρόμαστε, γιατί είμαστε τόσο λίγοι... γιατί αυτό το ίδιο το καζάνι σχεδόν δυο εβδoμάδες το σέρνανε τριπλάσιοι εργάτες μη κομμουνιστές, κι αυτό αντιστεκόταν, περίμενε εμάς... Δουλεύουμε μια ώρα, γερά, συντροφικά, κάτω από τους ρυθμικούς ήχους του παραγγέλματος που δίνει ο σ. ομαδάρχης μας, "ένα, δύο, τρία" και το καζάνι προχωρεί, όλο και προχωρεί. Ξαφνικά, μα τι τρέχει; Ξαφνικά μια ολόκληρη σειρά από συντρόφους κάνει μια πολύ αστεία τούμπα - μας "πρόδωσε" το σχοινί που κρατούσαμε... Η καθυστέρηση όμως βαστά ένα λεπτό: στη θέση του σχοινιού δένουμε ένα χοντρό παλαμάρι... Βράδιασε, αρχίζει πια να σκοτεινιάζει αισθητά, πρέπει όμως να περάσουμε ακόμη ένα μικρό υψωματάκι και τότε η δουλιά θα τελειώσει γρήγορα. Τρίζουν τα χέρια, οι παλάμες καίνε, ανάψαμε, εντείνουμε όλες μας τις δυνάμεις και η δουλιά προχωρεί. Η "διοίκηση" είναι εκεί και συγκινημένη από την επιτυχία μας πιάνει κι αυτή άθελά της το σχοινί: βοηθήστε! είναι καιρός! Να κι ένας κόκκινος στρατιώτης παρακολουθεί τη δουλιά μας. Κρατά στα χέρια του μια φυσαρμόνικα. Τι σκέπτεται; Τι άνθρωποι είναι αυτοί; Τι τους ήλθε και δουλεύουν το Σάββατο, όταν όλοι κάθονται στα σπίτια τους; Του λύνω την απορία του και του λέω: "Σύντροφε! Παίξε μας κάτι εύθυμο, εμείς δεν είμαστε τυχαίοι εργάτες, μα πραγματικοί κομμουνιστές - βλέπεις πώς τρέχει η δουλιά στα χέρια μας, δεν τεμπελιάζουμε, μα εντείνουμε τις δυνάμεις μας". Ο κόκκινος στρατιώτης απιθώνει προσεκτικά τη φυσαρμόνικα και ρίχνεται γρήγορα στο παλαμάρι...
«Σύντροφε Λένιν καθάρισε τη γη από τα σκουπίδια» Σοβιετική αφίσα του 1920
Ο σ. Ου, με ωραία φωνή τενόρου αρχίζει το τραγούδι: "Ο έξυπνος ο εγγλέζος!". Τον ακολουθούμε όλοι μαζί και αντηχούν υπόκωφα τα λόγια του εργατικού τραγουδιού: "Εϊ ντουμπίνουσκα, ούχνιεμ, ποντερνιόμ, ποντερνιόμ..."Σαν ασυνήθιστοι που είμαστε κουράζονται οι μύες μας, πονούν οι ώμοι, η πλάτη, μα... έχουμε μπροστά μας μια μέρα ελεύθερη, μέρα που θα αναπαυθούμε και θα μπορέσουμε να χορτάσουμε ύπνο. Ο σκοπός που επιδιώκουμε είναι κοντά, και ύστερα από μερικές μικρές ταλαντεύσεις το "θεριό" μας βρίσκεται πια σχεδόν στην πλατφόρμα: βάλτε σανίδια από κάτω, στήστε το στην πλατφόρμα! Και το καζάνι αυτό ας δόσει τη δουλιά που τόσο καιρό πια περιμένουν από αυτό. Πάμε όλοι μαζί στο δωμάτιο, στη "λέσχη" του τοπικού πυρήνα, που είναι στολισμένη με πλακάτ και με τα όπλα αραδιασμένα στους τοίχους, πλημμυρισμένη στο φως, κι αφού τραγουδήσαμε ωραία τη Διεθνή, απολαύσαμε το τσάι με "ρούμι" και με ψωμί ακόμη. Αυτό το κέρασμα, που το οργάνωσαν οι ντόπιοι σύντροφοι, ήλθε κάτι παραπάνω από την ώρα του, ύστερα από τη σκληρή δουλιά μας. Αποχαιρετιόμαστε αδελφικά με τους συντρόφους και συνταζόμαστε σε φάλαγγα. Τα τραγούδια της επανάστασης αντηχούν μέσα στην ησυχία της νύχτας στον κοιμισμένο δρόμο, ο ρυθμικός ήχος των βημάτων συνοδεύει το τραγούδι. "Με θάρρος εμπρός στον αγώνα". "Εμπρός της γης οι κολασμένοι" - αντηχεί το τραγούδι της Διεθνούς και της δουλιάς.

Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΚΑΙ Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΗΣ ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑΣ ΤΟΥ ΠΡΟΛΕΤΑΡΙΑΤΟΥ


*Από τη συλλογή «Για τη σοσιαλιστική οικοδόμηση», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 179-190

Ο Λένιν σε ομιλία του σε πλατεία της Πετρούπολης, 19 του Ιούλη 1920
Για τη δεύτερη επέτειο της Σοβιετικής εξουσίας είχα σκεφτεί να γράψω μια μικρή μπροσούρα πάνω στο θέμα που αναφέρεται στον τίτλο. Μέσα όμως στη φασαρία της καθημερινής δουλειάς δεν μπόρεσα ως τώρα να προχωρήσω πέρα από την προκαταρκτική προετοιμασία ορισμένων μερών της. Γι' αυτό αποφάσισα να δοκιμάσω να εκθέσω σύντομα, περιληπτικά τις πιο ουσιώδεις, κατά τη γνώμη μου, σκέψεις πάνω στο ζήτημα αυτό. Είναι αλήθεια πως ο περιληπτικός χαρακτήρας της έκθεσης παρουσιάζει πολλές δυσχέρειες και μειονεκτήματα. Ωστόσο όμως, προκειμένου για ένα μικρό άρθρο περιοδικού μπορεί ίσως να αποδειχτεί κατορθωτός ο περιορισμένος τούτος σκοπός: Να γίνει τοποθέτηση του ζητήματος και να δοθεί ο σκελετός για τη συζήτησή του από τους κομμουνιστές των διαφόρων χωρών.
Θεωρητικά δε χωράει αμφιβολία πως ανάμεσα στον καπιταλισμό και στον κομμουνισμό υπάρχει μια ορισμένη μεταβατική περίοδος. Η περίοδος αυτή δεν μπορεί παρά να συγκεντρώνει τα γνωρίσματα ή τις ιδιότητες και των δυο αυτών συστημάτων κοινωνικής οικονομίας. Η μεταβατική αυτή περίοδος δεν μπορεί παρά να είναι περίοδος πάλης ανάμεσα στον καπιταλισμό που πεθαίνει και στον κομμουνισμό που γεννιέται, ή με άλλα λόγια: ανάμεσα στον καπιταλισμό που ηττήθηκε, μα δεν εξοντώθηκε, και στον κομμουνισμό που γεννήθηκε, μα που είναι ακόμη πολύ αδύνατος.
Οχι μόνο για ένα μαρξιστή, αλλά και για κάθε μορφωμένο άνθρωπο που ξέρει λίγο-πολύ τη θεωρία της εξέλιξης, δεν μπορεί παρά να είναι αυτονόητη η ανάγκη μιας ολόκληρης ιστορικής εποχής, που θα έχει τα διακριτικά αυτά γνωρίσματα της μεταβατικής περιόδου. Και όμως το χαρακτηριστικό όλων των συζητήσεων για το πέρασμα στο σοσιαλισμό, που ακούμε από τους σημερινούς εκπροσώπους της μικροαστικής δημοκρατίας (και τέτοιοι είναι, παρά την ψευτοσοσιαλιστική ταμπέλα τους, όλοι οι εκπρόσωποι της II Διεθνούς, μαζί και άνθρωποι σαν τον Μακ Ντόναλντ και τον Ζαν Λονγκέ, τον Κάουτσκι και τον Φρίντριχ Αντλερ), είναι ότι ξεχνούν εντελώς αυτή την εξόφθαλμη αλήθεια. Εκείνο που χαρακτηρίζει τους μικροαστούς δημοκράτες είναι η αποστροφή προς την ταξική πάλη, τα ονειροπολήματα να την αποφύγουν, η προσπάθεια να εξομαλύνουν και να μετριάζουν, να αμβλύνουν τις οξύτητες. Γι' αυτό οι δημοκράτες αυτοί είτε αρνούνται εντελώς να αναγνωρίσουν την ύπαρξη μιας ολόκληρης ιστορικής μεταβατικής περιόδου από τον καπιταλισμό στον κομμουνισμό, είτε θεωρούν καθήκον τους να επινοήσουν σχέδια συμφιλίωσης των δυο αντιμαχόμενων δυνάμεων, αντί να καθοδηγήσουν τον αγώνα της μιας απ' αυτές τις δυνάμεις.
Στο γραφείο του το 1918, διαβάζοντας την «Πράβντα»
Η δικτατορία του προλεταριάτου στη Ρωσία δεν μπορεί παρά να έχει αναπόφευκτα ορισμένες χαρακτηριστικές ιδιομορφίες σε σύγκριση με τις προηγμένες χώρες, λόγω της πολύ μεγάλης καθυστέρησης και του μικροαστικού χαρακτήρα της χώρας μας. Οι βασικές όμως δυνάμεις - και οι βασικές μορφές κοινωνικής οικονομίας - είναι στη Ρωσία οι ίδιες όπως και σ' οποιαδήποτε καπιταλιστική χώρα, γι' αυτό οι ιδιομορφίες αυτές δεν μπορούν να αφορούν το πιο βασικό.
Οι βασικές αυτές μορφές κοινωνικής οικονομίας είναι: Ο καπιταλισμός, η μικρή εμπορευματική παραγωγή, ο κομμουνισμός. Και οι βασικές δυνάμεις είναι, η αστική τάξη, η μικροαστική τάξη (κυρίως η αγροτιά), το προλεταριάτο.

Αστική και προλεταριακή δημοκρατία


Ο Λένιν στο βήμα του 3ου Συνεδρίου της Γ' Διεθνούς
Το ζήτημα που μπέρδεψε κατά τρόπο εξωφρενικό ο Κάουτσκι παρουσιάζεται στην πραγματικότητα έτσι:
Είναι φανερό ότι, αν δε θέλουμε να κοροϊδεύουμε την κοινή λογική και την ιστορία, δεν μπορούμε να μιλάμε για «καθαρή δημοκρατία», όσο θα υπάρχουν διαφορετικές τάξεις, μα μπορούμε να μιλάμε μόνο για ταξική δημοκρατία. (Ας το πούμε μέσα σε παρένθεση, η «καθαρή δημοκρατία» δεν είναι μόνο φράση που φανερώνει αμάθεια και ακατανοησία τόσο της πάλης των τάξεων όσο και της ουσίας του κράτους, αλλά είναι και εντελώς κενή φράση, γιατί στην κομμουνιστική κοινωνία η δημοκρατία, μεταπλασσόμενη και μετατρεπόμενη σε συνήθεια, θα απονεκρώνεται, μα ποτέ δε θα είναι «καθαρή» δημοκρατία).
Η «καθαρή δημοκρατία» είναι απατηλή φράση φιλελεύθερου, που πάει να ξεγελάσει τους εργάτες. Η Ιστορία γνωρίζει την αστική δημοκρατία, που παίρνει τη θέση της φεουδαρχίας, και την προλεταριακή δημοκρατία, που παίρνει τη θέση της αστικής δημοκρατίας.
Αν ο Κάουτσκι αφιερώνει δεκάδες, μπορούμε να πούμε, σελίδες για «ν' αποδείξει» την αλήθεια ότι η αστική δημοκρατία αποτελεί πρόοδο σε σύγκριση με το μεσαίωνα και ότι το προλεταριάτο πρέπει απαραίτητα να τη χρησιμοποιήσει στον αγώνα του ενάντια στην αστική τάξη, αυτό είναι μια καθαρή φιλελεύθερη φλυαρία, που αποβλακώνει τους εργάτες. Οχι μόνο στη μορφωμένη Γερμανία, μα και στην αμόρφωτη Ρωσία αυτό αποτελεί κοινοτοπία. Ο Κάουτσκι απλώς ρίχνει «σοφή» στάχτη στα μάτια των εργατών, μιλώντας με σπουδαιοφάνεια και για τον Βάιτλινγκ και για τους ιησουίτες της Παραγουάης και για άλλα πολλά, για να παρακάμψει την αστική ουσία της σύγχρονης, δηλαδή της κεφαλαιοκρατικής δημοκρατίας.


Ο Κάουτσκι παίρνει από το μαρξισμό ό,τι είναι αποδεκτό για τους φιλελεύθερους, για την αστική τάξη (κριτική του μεσαίωνα, προοδευτικός ιστορικός ρόλος του καπιταλισμού γενικά και της κεφαλαιοκρατικής δημοκρατίας ιδιαίτερα) και πετάει, αποσιωπά, συγκαλύπτει ό,τι από το μαρξισμό δεν είναι αποδεκτό για την αστική τάξη (επαναστατική βία του προλεταριάτου ενάντια στην αστική τάξη για την εκμηδένισή της). Να γιατί ο Κάουτσκι καταντάει αναπόφευκτα, λόγω της αντικειμενικής στάσης του, όποια κι αν είναι η υποκειμενική του πεποίθηση, λακές της αστικής τάξης.
Η αστική δημοκρατία, που σε σύγκριση με το μεσαίωνα αποτελεί μεγάλη ιστορική πρόοδο, μένει πάντα -και μέσα στον καπιταλισμό δεν μπορεί να μη μένει- στενή, κολοβωμένη, ψεύτικη, υποκριτική, παράδεισος για τους πλούσιους, παγίδα και απατή γι' αυτούς που υφίστανται την εκμετάλλευση, για τους φτωχούς. Αυτή την αλήθεια, που αποτελεί ουσιαστικότατο συστατικό μέρος της μαρξιστικής διδασκαλίας, ο «μαρξιστής» Κάουτσκι δεν την κατάλαβε. Σ' αυτό το -θεμελιακό- ζήτημα ο Κάουτσκι κάνει φιλοφρονήσεις στην αστική τάξη, αντί να κάνει επιστημονική κριτική των όρων που κάνουν την κάθε αστική δημοκρατία, δημοκρατία για τους πλούσιους.
Θα θυμίσουμε πρώτα στο σοφολογιότατο κύριο Κάουτσκι τις θεωρητικές θέσεις του Μαρξ και του Ενγκελς, που ο βιβλιοφάγος μας τις «ξέχασε» επαίσχυντα (για να φανεί αρεστός στην αστική τάξη), κι έπειτα θα εξηγήσουμε τα πράγματα με τρόπο πιο εκλαϊκευτικό.
Οχι μόνο το αρχαίο και το φεουδαρχικό κράτος, μα και «το σύγχρονο αντιπροσωπευτικό κράτος είναι όργανο εκμετάλλευσης της μισθωτής εργασίας από το κεφάλαιο» (Ενγκελς, στο έργο του για το κράτος). «Μια και το "κράτος" δεν είναι παρά ένας προσωρινός θεσμός, που τον χρησιμοποιεί κανείς στον αγώνα, στην επανάσταση, για να καταστέλλει με τη βία τους αντιπάλους του, είναι καθαρή ανοησία να μιλάει για "ελεύθερο λαϊκό κράτος". Οσο καιρό το προλεταριάτο χρειάζεται ακόμα το κράτος, το χρειάζεται όχι προς το συμφέρον της ελευθερίας, αλλά της καταστολής των αντιπάλων του, και από τη στιγμή που θα μπορεί να μιλάει κανείς για ελευθερία, το κράτος παύει να υπάρχει σαν τέτοιο» (Ενγκελς, «Γράμμα στον Μπέμπελ», της 28/3/1875). «Στην πραγματικότητα, όμως, το κράτος δεν είναι τίποτ' άλλο παρά μηχανή για την καταστολή μιας τάξης από μια άλλη, και μάλιστα όχι λιγότερο στην αστική δημοκρατία απ' ό,τι στη μοναρχία» (Ενγκελς, «Πρόλογος στον Εμφύλιο πόλεμο του Μαρξ»). Η καθολική ψηφοφορία είναι «ένας δείκτης του βαθμού ωριμότητας της εργατικής τάξης. Περισσότερο δεν μπορεί να είναι και δε θα είναι ποτέ μέσα στο σημερινό κράτος» (Ενγκελς, στο έργο του για το κράτος. Ο κύριος Κάουτσκι αναμασά εξαιρετικά ανιαρά το πρώτο μέρος αυτής της θέσης, που είναι παραδεκτό για την αστική τάξη. Αλλά το δεύτερο μέρος, που το υπογραμμίσαμε και που δεν είναι παραδεκτό για την αστική τάξη, ο αποστάτης Κάουτσκι το αποσιωπά!). «Η Κομμούνα δεν έμελλε να είναι ένα κοινοβουλευτικό, αλλά ένα εργαζόμενο σώμα, ταυτόχρονα εκτελεστικό και νομοθετικό... Αντί ν' αποφασίζεται μια φορά κάθε τρία ή έξι χρόνια, ποιο μέλος της άρχουσας τάξης θα εκπροσωπεί και θα τσαλαπατά (ver-und zertreten) το λαό στο κοινοβούλιο, το καθολικό εκλογικό δικαίωμα θα εξυπηρετούσε τον οργανωμένο σε κομμούνες λαό, όπως το ατομικό δικαίωμα εκλογής χρησιμεύει σε κάθε εργοδότη για ν' αναζητεί εργάτες, επιστάτες και λογιστές για την επιχείρησή του» (Μαρξ, στο έργο του για την Κομμούνα του Παρισιού «Ο εμφύλιος πόλεμος στη Γαλλία»).
Ο Λένιν με μέλη της οργάνωσης «ΕΝΩΣΗ ΠΑΛΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΤΗΣ ΕΡΓΑΤΙΚΗΣ ΤΑΞΗΣ» στην Πέτερμπουργκ
Καθεμιά απ' αυτές τις θέσεις, που τις ξέρει περίφημα ο σοφολογιότατος κύριος Κάουτσκι, είναι ένα χαστούκι γι' αυτόν, ξεσκεπάζει όλη του την αποστασία. Σ' όλη την μπροσούρα του Κάουτσκι δεν υπάρχει ίχνος κατανόησης αυτών των αληθειών. Ολο το περιεχόμενο της μπροσούρας του αποτελεί εμπαιγμό του μαρξισμού!
Πάρτε τους βασικούς νόμους των σύγχρονων κρατών, πάρτε τον τρόπο της διακυβέρνησής τους, πάρτε την ελευθερία του συνέρχεσθαι ή του Τύπου, πάρτε την «ισότητα των πολιτών μπροστά στο νόμο», -και θα δείτε σε κάθε βήμα την υποκρισία της αστικής δημοκρατίας, την τόσο γνωστή σε κάθε τίμιο και συνειδητό εργάτη. Δεν υπάρχει κανένα κράτος, έστω και το πιο δημοκρατικό, που να μην έχει στο Σύνταγμά του παραθυράκια και επιφυλάξεις, που εξασφαλίζουν στην αστική τάξη τη δυνατότητα να κινητοποιεί στρατεύματα ενάντια στους εργάτες, να κηρύσσει το στρατιωτικό νόμο κλπ, «σε περίπτωση διατάραξης της τάξης», στην πραγματικότητα σε περίπτωση που η τάξη που υφίσταται την εκμετάλλευση «παραβιάζει» το καθεστώς της σκλαβιάς της και κάνει προσπάθειες να φέρεται όχι δουλικά. Ο Κάουτσκι εξωραΐζει ξεδιάντροπα την αστική δημοκρατία, αποσιωπώντας, λ.χ., αυτά που κάνουν οι πιο δημοκράτες και ρεπουμπλικάνοι αστοί στην Αμερική ή στην Ελβετία ενάντια στους απεργούς εργάτες.

ΘΕΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΙΣΗΓΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΣΤΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΛΕΤΑΡΙΑΤΟΥ


1. Η άνοδος του επαναστατικού κινήματος του προλεταριάτου σε όλες τις χώρες προκάλεσε τις σπασμωδικές και άκαρπες προσπάθειες της αστικής τάξης και των πρακτόρων της μέσα στις εργατικές οργανώσεις για να βρουν ιδεολογικά - πολιτικά επιχειρήματα, με σκοπό την υπεράσπιση της κυριαρχίας των εκμεταλλευτών. Ανάμεσα σ' αυτά τα Επιχειρήματα ξεχωριστή θέση κατέχει η καταδίκη της δικτατορίας και η υπεράσπιση της δημοκρατίας. Η πλαστότητα και η υποκρισία αυτού του επιχειρήματος, που επαναλαβαίνεται με χίλιους τρόπους από τον καπιταλιστικό Τύπο και από τη συνδιάσκεψη της κίτρινης Διεθνούς, που έγινε το Φλεβάρη του 1919 στη Βέρνη, είναι ολοφάνερη για τον καθένα που δεν θέλει να προδώσει τις βασικές θέσεις του σοσιαλισμού.
2. Το επιχείρημα αυτό παίζει κυρίως με τις έννοιες «δημοκρατία γενικά» και «δικτατορία γενικά», χωρίς να βάζει το ζήτημα για ποια τάξη πρόκειται. Μια τέτοια τοποθέτηση του ζητήματος, εξωταξική ή υπερταξική, δήθεν παλλαϊκή, αποτελεί καθαρό εμπαιγμό της βασικής διδασκαλίας του σοσιαλισμού, δηλαδή της διδασκαλίας για την ταξική πάλη, την οποία παραδέχονται στα λόγια, μα ξεχνούν στην πράξη οι σοσιαλιστές που πέρασαν με το μέρος της αστικής τάξης. Γιατί σε καμιά πολιτισμένη καπιταλιστική χώρα δεν υπάρχει «δημοκρατία γενικά», αλλά υπάρχει μόνο η αστική δημοκρατία, και δεν πρόκειται για τη «δικτατορία γενικά», αλλά για τη δικτατορία της καταπιεζόμενης τάξης, δηλ. του προλεταριάτου, πάνω στους καταπιεστές και εκμεταλλευτές, δηλ. πάνω στην αστική τάξη, με σκοπό την κατανίκηση της αντίστασης που προβάλλουν οι εκμεταλλευτές στην πάλη για την κυριαρχία τους.
3. Η ιστορία διδάσκει ότι καμιά καταπιεζόμενη τάξη δεν έφτασε ποτέ στην κυριαρχία και δεν μπορούσε να φτάσει στην κυριαρχία χωρίς να περάσει μια περίοδο δικτατορίας, δηλ. κατάκτησης της πολιτικής εξουσίας και βίαιης καταστολής της αντίστασης που πρόβαλλαν πάντα οι εκμεταλλευτές, αντίστασης απεγνωσμένης, λυσσαλέας, που δεν σταματούσε μπροστά σε κανένα έγκλημα. Η αστική τάξη, που την κυριαρχία της υποστηρίζουν τώρα οι σοσιαλιστές, οι οποίοι μιλούν ενάντια στη «δικτατορία γενικά» και που κόβονται για τη «δημοκρατία γενικά» κατάκτησε την εξουσία στις προηγμένες χώρες ύστερα από μια σειρά εξεγέρσεις, εμφυλίους πολέμους, βίαιη καταστολή των βασιλιάδων, των φεουδαρχών, των δουλοκτητών και των προσπαθειών παλινόρθωσής τους. Χιλιάδες και εκατομμύρια φορές οι σοσιαλιστές όλων των χωρών στα βιβλία και στις μπροσούρες τους, στις αποφάσεις των συνεδρίων τους, στους προπαγανδιστικούς τους λόγους έχουν εξηγήσει στο λαό τον ταξικό χαρακτήρα αυτών των επαναστάσεων, αυτής της αστικής δικτατορίας. Γι' αυτό η σημερινή υπεράσπιση της αστικής δημοκρατίας με λογοκοπίες για τη «δημοκρατία γενικά» και τα σημερινά ουρλιαχτά και ξεφωνητά ενάντια στη δικτατορία του προλεταριάτου, που παρουσιάζονται σαν ξεφωνητά για τη «δικτατορία γενικά», αποτελούν ανοιχτή προδοσία του σοσιαλισμού, έμπρακτο πέρασμα με το μέρος της αστικής τάξης, άρνηση στο προλεταριάτο του δικαιώματος να επιτελέσει τη δική του προλεταριακή επανάσταση, υπεράσπιση του αστικού ρεφορμισμού σε μια τέτοια ακριβώς ιστορική στιγμή που ο αστικός ρεφορμισμός έχει χρεοκοπήσει σε όλο τον κόσμο και ο πόλεμος έχει δημιουργήσει επαναστατική κατάσταση.

ΟΙ ΕΚΛΟΓΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ ΚΑΙ Η ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΛΕΤΑΡΙΑΤΟΥ


     Η αντιπαραβολή των εκλογών για τη Συντακτική Συνέλευση του Νοέμβρη 1917 και της ανάπτυξης της προλεταριακής επανάστασης στη Ρωσία από τον Οχτώβρη του 1917 ως το Δεκέμβρη του 1919 μας δίνει τη δυνατότητα να βγάλουμε συμπεράσματα σχετικά με τον αστικό κοινοβουλευτισμό και την προλεταριακή επανάσταση κάθε καπιταλιστικής χώρας. Θα προσπαθήσουμε να εκθέσουμε σύντομα ή, τουλάχιστο, να σημειώσουμε τα κυριότερα από τα συμπεράσματα αυτά.
1. Το καθολικό εκλογικό δικαίωμα αποτελεί δείκτη της ωριμότητας των διαφόρων τάξεων στην κατανόηση των καθηκόντων τους. Δείχνει πώς σκέπτονται οι διάφορες τάξεις να λύσουν τα προβλήματά τους. Η ίδια η επίλυση των προβλημάτων αυτών δεν κατορθώνεται με τις ψηφοφορίες, αλλά με όλες τις μορφές της ταξικής πάλης μέχρι και τον εμφύλιο πόλεμο.
2. Οι σοσιαλιστές και οι σοσιαλδημοκράτες της II Διεθνούς ακολουθούν την άποψη της χυδαίας μικροαστικής δημοκρατίας, συμμεριζόμενοι την πρόληψή της ότι τάχα η ψηφοφορία μπορεί να λύσει τα θεμελιακά ζητήματα της πάλης των τάξεων.
3. Η συμμετοχή στον αστικό κοινοβουλευτισμό είναι απαραίτητη στο κόμμα του επαναστατικού προλεταριάτου για τη διαφώτιση των μαζών, που κατορθώνεται με τις εκλογές και την πάλη των κομμάτων στη Βουλή. Να περιορίζει όμως κανείς την πάλη των τάξεων στην πάλη μέσα στη Βουλή ή να θεωρεί την πάλη μέσα στη Βουλή σαν την ανώτατη, την αποφασιστική, στην οποία υποτάσσονται οι άλλες μορφές πάλης, σημαίνει να περνά στην πραγματικότητα με το μέρος της αστικής τάξης ενάντια στο προλεταριάτο.
4. Ενα τέτοιο πέρασμα με το μέρος της αστικής τάξης κάνουν στην πραγματικότητα οι εκπρόσωποι και οι οπαδοί της II Διεθνούς και όλοι οι ηγέτες της λεγόμενης «ανεξάρτητης» γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας, όταν, αναγνωρίζοντας στα λόγια τη δικτατορία του προλεταριάτου, υποβάλλουν στην πράξη με την προπαγάνδα τους στο προλεταριάτο την ιδέα ότι πρέπει πρώτα να κερδίσει την επίσημη έκφραση της θέλησης της πλειοψηφίας του πληθυσμού στις συνθήκες του καπιταλισμού (δηλ. την πλειοψηφία των ψήφων στην αστική Βουλή) για να γίνει μετά το πέρασμα της πολιτικής εξουσίας στο προλεταριάτο.
Ολες οι κραυγές των Γερμανών «ανεξάρτητων» σοσιαλδημοκρατών και των άλλων ηγετών του σάπιου σοσιαλισμού ενάντια στη «δικτατορία της μειοψηφίας» και τα παρόμοια, κραυγές που έχουν αυτήν την αφετηρία, δείχνουν απλώς την ανικανότητα αυτών των ηγετών να καταλάβουν τη δικτατορία της αστικής τάξης, που στην πραγματικότητα κυριαρχεί ακόμη και στις πιο δημοκρατικές αστικές δημοκρατίες, και την ανικανότητα να καταλάβουν τους όρους της συντριβής της με την ταξική πάλη του προλεταριάτου.
5. Η ανικανότητα αυτή βρίσκεται κυρίως στα παρακάτω: ξεχνούν πως τα αστικά κόμματα κυριαρχούν σε τεράστιο βαθμό χάρη στο ότι εξαπατούν τις μάζες του πληθυσμού, χάρη στην καταπίεση του κεφαλαίου. Σ' αυτό προστίθεται ακόμη η αυταπάτη σχετικά με την ουσία του καπιταλισμού, αυταπάτη που είναι χαρακτηριστική κυρίως για τα μικροαστικά κόμματα, που συνήθως θέλουν να αντικαταστήσουν την ταξική πάλη με λίγο ή πολύ καλυμμένες μορφές συμφιλίωσης των τάξεων.
«Ας εκδηλωθεί πρώτα η πλειοψηφία του πληθυσμού σε συνθήκες διατήρησης της ατομικής ιδιοκτησίας, δηλ. σε συνθήκες διατήρησης της εξουσίας και καταπίεσης του κεφαλαίου, υπέρ του κόμματος του προλεταριάτου - μόνο τότε το κόμμα αυτό μπορεί και πρέπει να πάρει την εξουσία» - έτσι λένε οι μικροαστοί δημοκράτες, οι πραγματικοί υπηρέτες της αστικής τάξης, που αυτοκαλούνται «σοσιαλιστές».
«Ας ανατρέψει πρώτα το επαναστατικό προλεταριάτο την αστική τάξη, ας τσακίσει το ζυγό του κεφαλαίου, ας συντρίψει τον αστικό κρατικό μηχανισμό - τότε το προλεταριάτο που κέρδισε τη νίκη θα μπορέσει να κατακτήσει γρήγορα τη συμπάθεια και την υποστήριξη της πλειοψηφίας των εργαζόμενων μη προλεταριακών μαζών, ικανοποιώντας τα αιτήματά τους σε βάρος των εκμεταλλευτών» - λέμε εμείς. Το αντίθετο θα είναι στην ιστορία μια σπάνια εξαίρεση (αλλά και σε μια τέτοια εξαίρεση η αστική τάξη μπορεί να καταφύγει στον εμφύλιο πόλεμο, όπως έδειξε το παράδειγμα της Φινλανδίας).
6. Είτε με άλλα λόγια: «Πρώτα θα αναλάβουμε την υποχρέωση να αναγνωρίσουμε την αρχή της ισότητας ή της συνεπούς δημοκρατίας σε συνθήκες διατήρησης της ατομικής ιδιοκτησίας και του ζυγού του κεφαλαίου (δηλ. της ουσιαστικής ανισότητας σε συνθήκες τυπικής ισότητας) και πάνω σ' αυτή τη βάση θα επιδιώκουμε την απόφαση της πλειοψηφίας» - έτσι λέει η αστική τάξη και τα φερέφωνά της, οι μικροαστοί δημοκράτες, που αυτοκαλούνται σοσιαλιστές και σοσιαλδημοκράτες.
«Πρώτα η ταξική πάλη του προλεταριάτου γκρεμίζει, κατακτώντας την κρατική εξουσία, τα βάθρα και τις βάσεις της ουσιαστικής ανισότητας, κι έπειτα το προλεταριάτο που νίκησε τους εκμεταλλευτές παίρνει με το μέρος του όλες τις εργαζόμενες μάζες και τις οδηγεί προς την εξάλειψη των τάξεων, δηλ. προς τη μοναδικά - σοσιαλιστική ισότητα που δεν είναι απάτη» - λέμε εμείς.
7. Σε όλες τις καπιταλιστικές χώρες, παράλληλα με το προλεταριάτο ή με το τμήμα εκείνο του προλεταριάτου που κατανόησε τα επαναστατικά του καθήκοντα και είναι ικανό να παλέψει για την πραγματοποίησή τους, υπάρχουν πολυάριθμα μη συνειδητά προλεταριακά, μισοπρολεταριακά, μισομικροαστικά στρώματα των εργαζόμενων μαζών, που ακολουθούν την αστική τάξη και την αστική δημοκρατία (καθώς και τους σοσιαλιστές της II Διεθνούς), εξαπατημένα απ' αυτή, μην πιστεύοντας στις δυνάμεις τους ή στις δυνάμεις του προλεταριάτου, μην κατανοώντας τη δυνατότητα ικανοποίησης των ζωτικών αναγκών τους σε βάρος της απαλλοτρίωσης των εκμεταλλευτών.
Τα στρώματα αυτά των εργαζομένων και εκμεταλλευομένων προμηθεύουν στην πρωτοπορία του προλεταριάτου συμμάχους, που μαζί μ' αυτά το προλεταριάτο αποκτά τη σταθερή πλειοψηφία του πληθυσμού. Το προλεταριάτο όμως μπορεί να κατακτήσει αυτούς τους συμμάχους μόνο με τη βοήθεια ενός οργάνου, όπως είναι η κρατική εξουσία, δηλ. μόνο ύστερα από την ανατροπή της αστικής τάξης και τη συντριβή του κρατικού μηχανισμού της.
8. Η δύναμη του προλεταριάτου σε οποιαδήποτε καπιταλιστική χώρα είναι ασύγκριτα μεγαλύτερη απ' ό,τι το ποσοστό του προλεταριάτου στο σύνολο του πληθυσμού. Αυτό συμβαίνει, γιατί το προλεταριάτο κυριαρχεί οικονομικά στα κέντρα και στα νευραλγικά σημεία ολόκληρου του οικονομικού συστήματος του καπιταλισμού, και γιατί το προλεταριάτο, οικονομικά και πολιτικά, εκφράζει τα πραγματικά συμφέροντα της τεράστιας πλειοψηφίας των εργαζομένων στον καπιταλισμό.
Γι' αυτό το προλεταριάτο, ακόμη και όταν αποτελεί τη μειοψηφία του πληθυσμού (ή όταν η συνειδητή και η πραγματικά επαναστατική πρωτοπορία του προλεταριάτου αποτελεί τη μειοψηφία του πληθυσμού), είναι ικανό και να ανατρέψει την αστική τάξη και να τραβήξει ύστερα με το μέρος του πολλούς συμμάχους μέσα από τις μάζες εκείνες των μισοπρολεταρίων και των μικροαστών που ποτέ δεν θα ταχθούν προκαταβολικά υπέρ της κυριαρχίας του προλεταριάτου, δεν θα κατανοήσουν τους όρους και τα καθήκοντα αυτής της κυριαρχίας και μόνο από την παραπέρα πείρα τους θα πειστούν για το αναπόφευκτο, την ορθότητα, το νομοτελειακό χαρακτήρα της προλεταριακής δικτατορίας.
9. Τέλος, σε κάθε καπιταλιστική χώρα υπάρχουν πάντα πολύ πλατιά στρώματα μικροαστών, που αναπόφευκτα ταλαντεύονται ανάμεσα στο κεφάλαιο και στην εργασία. Το προλεταριάτο για να νικήσει πρέπει, πρώτο, να διαλέξει σωστά τη στιγμή της αποφασιστικής επίθεσης ενάντια στην αστική τάξη, παίρνοντας υπόψη, ανάμεσα στ' άλλα, τη διάσπαση που υπάρχει ανάμεσα στην αστική τάξη και στους μικροαστούς συμμάχους της ή την αστάθεια της συμμαχίας τους κ.τ.λ. Το προλεταριάτο, δεύτερο, πρέπει ύστερα από τη νίκη του να εκμεταλλευτεί αυτές τις ταλαντεύσεις της μικροαστικής τάξης έτσι που να την ουδετεροποιήσει, να την εμποδίσει να πάει με το μέρος των εκμεταλλευτών, να ξέρει να κρατηθεί ορισμένο διάστημα παρά τις ταλαντεύσεις της και τα λοιπά και τα παρόμοια.
10. Ενας από τους απαραίτητους όρους προετοιμασίας του προλεταριάτου για τη νίκη του είναι η μακρόχρονη και επίμονη, αμείλικτη πάλη ενάντια στον οπορτουνισμό, στο ρεφορμισμό, στο σοσιαλσοβινισμό και στις παρόμοιες αστικές επιδράσεις και ρεύματα που είναι αναπόφευκτα, εφόσον το προλεταριάτο δρα μέσα σε καπιταλιστικό περιβάλλον. Δίχως αυτή την πάλη, δίχως την προκαταρκτική πλήρη νίκη κατά του οπορτουνισμού μέσα στο εργατικό κίνημα, δεν μπορεί ούτε λόγος να γίνει για δικτατορία του προλεταριάτου. Ο μπολσεβικισμός δεν θα νικούσε την αστική τάξη στα 1917 - 1919, αν δεν είχε μάθει προηγούμενα στα 1903 - 1917 να νικά και να διώχνει αμείλικτα από το κόμμα της προλεταριακής πρωτοπορίας τους μενσεβίκους, δηλ. τους οπορτουνιστές, τους ρεφορμιστές, τους σοσιαλσοβινιστές.
Και αποτελεί τώρα πολύ επικίνδυνη αυταπάτη - και κάποτε καθαρή εξαπάτηση των εργατών - η αναγνώριση στα λόγια της δικτατορίας του προλεταριάτου από τους ηγέτες των Γερμανών «ανεξάρτητων» ή των Γάλλων λονγκετιστών κτλ., που στην πραγματικότητα συνεχίζουν την παλιά, τη συνηθισμένη πολιτική των παραχωρήσεων και των μικροπαραχωρήσεων στον οπορτουνισμό, του συμβιβασμού μ' αυτόν, της δουλοπρέπειας απέναντι στις προκαταλήψεις της αστικής δημοκρατίας (της «συνεπούς δημοκρατίας» ή της «καθαρής δημοκρατίας» όπως λένε), του αστικού κοινοβουλευτισμού και τα λοιπά.
16. XII. 1919.
Δημοσιεύτηκε το Δεκέμβρη του 1919 στο περιοδικό «Κομμουνιστίτσεσκι Ιντερνατσιονάλ», τεύχ. 7 - 8
Υπογραφή: Ν. Λένιν
Δημοσιεύεται σύμφωνα με το χειρόγραφο, που παραβλήθηκε με το κείμενο του περιοδικού.

Πηγή

ΤΑ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΑ ΚΟΜΜΑΤΑ ΚΑΙ Ο ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΣΜΟΣ


1. Η νέα εποχή και ο νέος κοινοβουλευτισμός

Στην αρχή (στην εποχή της Πρώτης Διεθνούς), η στάση των σοσιαλιστικών κομμάτων σχετικά με τον κοινοβουλευτισμό συνίστατο στο να χρησιμοποιούν τα αστικά κοινοβούλια για την προπαγάνδα. Τη συμμετοχή στο κοινοβουλευτικό έργο την έβλεπαν από την άποψη της ανάπτυξης της συνείδησης της τάξης, δηλαδή του ξυπνήματος της εχθρότητας των προλεταριακών τάξεων εναντίον των τάξεων που κατέχουν την εξουσία. Ο τρόπος αυτός της αντιμετώπισης των τάξεων υπάρχει όχι υπό την επίδραση μιας θεωρίας, αλλά υπό την επίδραση της πολιτικής προόδου. Χάρη στην αδιάκοπη αύξηση των παραγωγικών δυνάμεων και στην επέκταση του επιπέδου της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης, ο καπιταλισμός στερεώθηκε παρά πολύ, το ίδιο έγινε και για τα κοινοβουλευτικά κράτη.
Απ' αυτό προέρχονται η προσαρμογή της κοινοβουλευτικής τακτικής των σοσιαλιστικών κομμάτων προς τη νομοθετική δράση των αστικών Κοινοβουλίων, η διαρκώς αυξάνουσα σημασία του αγώνα για την εισαγωγή μεταρρυθμίσεων μέσα στο περιθώριο του καπιταλισμού, η επικράτηση του λεγόμενου «μίνιμουμ» προγράμματος των σοσιαλιστικών κομμάτων και η χρησιμοποίηση ενός «μάξιμουμ» προγράμματος που απέβλεπε σ' έναν απομακρυσμένο «τελικό σκοπό». Πάνω σ' αυτή τη βάση αναπτύχθηκαν έπειτα τα συμπτώματα του κοινοβουλευτικού ανταγωνισμού, της διαφθοράς, της φανερής ή κρυφής προδοσίας των πιο στοιχειωδών συμφερόντων της εργατικής τάξης.
Η Τρίτη Διεθνής εξετάζει τον κοινοβουλευτισμό όχι από την άποψη μιας νέας θεωρίας, αλλά σχετικά με τη μεταβολή που πρέπει να γίνει στο ρόλο του κοινοβουλευτισμού. Στην προηγούμενη εποχή, το κοινοβούλιο, ως πράκτορας του αναπτυσσόμενου καπιταλισμού, έπαιξε, οπωσδήποτε, σπουδαίο ιστορικό ρόλο, σημείωσε μια πρόοδο. Αλλά στους σημερινούς όρους του αχαλίνωτου ιμπεριαλισμού, το Κοινοβούλιο έγινε όργανο ψευτιάς, κατεργαριάς, βίας και εκνευριστικής φλυαρίας. Αν έχουμε υπόψη μας τους εξοπλισμούς, τις κλεψιές, τις βίες, τις καταστροφές, τις ληστείες που προκάλεσε ο ιμπεριαλισμός, οι κοινοβουλευτικές μεταρρυθμίσεις του σημερινού συστήματος δεν έχουν καμιά σταθερότητα και λογική βάση κι έχουν χάσει κάθε πρακτική σημασία.
Οπως ολόκληρη η αστική κοινωνία, έτσι κι ο κοινοβουλευτισμός έχασε όλη του τη σταθερότητα. Η ξαφνική μετάβαση από την οργανική στην κριτική περίοδο δημιουργεί καινούρια βάση για την τακτική του προλεταριάτου όσον αφορά τον κοινοβουλευτισμό. Ετσι, το ρωσικό εργατικό Κόμμα (οι μπολσεβίκοι) είχε ήδη από πριν καθορίσει τις βάσεις του επαναστατικού κοινοβουλευτισμού, γιατί από το 1905, η Ρωσία είχε χάσει την πολιτική και την κοινωνική της ισορροπία και είχε μπει σε μια περίοδο καταιγίδων και ανατροπών.
Οταν μερικοί σοσιαλιστές, αρνούμενοι τον κομμουνισμό, επιμένουν ότι για τις χώρες τους δεν έφτασε ακόμη η στιγμή της κοινωνικής επανάστασης και δε θέλουν, προς το παρόν, να χωριστούν από τους οπορτουνιστές κοινοβουλευτικούς, ξεκινάνε από μια συνειδητή ή ασυνείδητη εκτίμηση της σημερινής εποχής, που τη θεωρούν ως περίοδο σχετικής στερεότητας της ιμπεριαλιστικής κοινωνίας και γι' αυτό το λόγο υποθέτουν ότι ο συνασπισμός με τον Τουράτι και με τον Λονγκέ θα μπορούσε να 'χει κάποια πρακτικά αποτελέσματα στον αγώνα τους για τις μεταρρυθμίσεις.
Μόλις φανεί, ο κομμουνισμός πρέπει ν' αρχίσει να εξηγεί θεωρητικώς το χαρακτήρα της εποχής του (ζενίθ του καπιταλισμού, τάσεις του ιμπεριαλισμού ν' αρνείται τον εαυτό του και να καταστρέφεται μόνος του, ακράτητη αύξηση της έντασης του εμφύλιου πολέμου κλπ.). Οι πολιτικές μορφές, σχηματισμοί και καταστάσεις μπορεί να διαφέρουν στις διάφορες χώρες, αλλά, στο βάθος, η κατάσταση των πραγμάτων είναι παντού η ίδια. Εμείς πρέπει να προετοιμάσουμε αμέσως τους πολιτικούς και τεχνικούς όρους της επανάστασης που θα κάνει το προλεταριάτο για να καταστρέψει την αστική εξουσία και για να δημιουργήσει την προλεταριακή εξουσία.
Σήμερα, για τους κομμουνιστές, το Κοινοβούλιο δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να είναι θέατρο ενός αγώνα για τις μεταρρυθμίσεις, για την καλυτέρευση της κατάστασης της εργατικής τάξης, όπως έγινε μερικές φορές στην προηγούμενη εποχή. Το κέντρο του βάρους της σημερινής πολιτικής ζωής έχει ξεπεράσει οριστικά τα κοινοβουλευτικά όρια. Εξάλλου, η αστική τάξη είναι υποχρεωμένη, όχι μόνο από τις σχέσεις που έχει με την εργαζόμενη τάξη, αλλά και με τα ίδια τα στοιχεία της, να περνάει όλες τις επιχειρήσεις κατά τον ένα ή τον άλλο τρόπο από το Κοινοβούλιο, όπου διάφορες συμμορίες τσακώνονται για την εξουσία, ξεσκεπάζοντας έτσι τη δύναμή τους, προδίδοντας τις αδυναμίες τους, σκοντάφτοντας κλπ.