Κυριακή 1 Ιουλίου 2012

Για τις εκλογές στο αστικό σύστημα


    Οι βουλευτικές εκλογές, όπως και οι εκλογές για την Τοπική και Περιφερειακή Διοίκηση, για το Ευρωκοινοβούλιο, είναι μια πολιτική μάχη ανάμεσα σε κοινωνικές δυνάμεις με διαμετρικά αντίθετα συμφέροντα. Διεξάγονται, όμως, με τους όρους και τη δύναμη εξουσίας της τάξης των καπιταλιστών πρώτ' απ' όλα απέναντι στην εργατική τάξη που υφίσταται την άμεση εκμετάλλευσή της. Ταυτόχρονα, η εξουσία των καπιταλιστών εκφράζεται καταπιεστικά, έμμεσα εκμεταλλευτικά, σε σημαντικό βαθμό καταστροφικά απέναντι σε μεγάλο μέρος αγροτών, μικροεμπόρων, βιοτεχνών και άλλων αυτοαπασχολούμενων βιοπαλαιστών, ακόμα και αυτοαπασχολούμενων επιστημόνων.
Με άλλα λόγια, οι βουλευτικές εκλογές είναι μια πολιτική μάχη που το αποτέλεσμά της είναι προδιαγεγραμμένο ως προς το συσχετισμό για την εξουσία ανάμεσα στις δύο βασικές και αντίθετες τάξεις, την καπιταλιστική και την εργατική. Σε τελευταία ανάλυση, από το αποτέλεσμα των βουλευτικών εκλογών δεν μπορεί να προκύψει ανατροπή της εξουσίας των καπιταλιστών, κατάκτηση της εξουσίας από την εργατική τάξη.

   Βέβαια, το κόμμα της εργατικής τάξης, το ΚΚΕ στην Ελλάδα, δεν υποτιμά την αξιοποίηση αυτής της πολιτικής μάχης που αντικειμενικά οδηγεί στη σύνθεση αστικών οργάνων, π.χ. του Εθνικού ή Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, στην εκλογή δημάρχων και στη σύνθεση των Δημοτικών ή Περιφερειακών Συμβουλίων. Αξιοποιεί τη συμμετοχή των αντιπροσώπων του σε αυτά τα όργανα, για να αποκαλύπτει τον αντιλαϊκό χαρακτήρα τους, να ασκεί πίεση προς όφελος των εργατικών - λαϊκών συμφερόντων. Αξιοποιεί και την προεκλογική δράση και τη βουλευτική δύναμή του για πιο άμεση πρόσβαση σε μεγάλους χώρους δουλειάς, για πλατιά προβολή των θέσεών του, για την ενθάρρυνση των μισθωτών, του βιομηχανικού προλεταριάτου να οργανωθεί, ν' αναπτύξει ταξικούς αγώνες. Ταυτόχρονα, το ΚΚΕ γνωρίζει και αποκαλύπτει τα «όρια» αυτής της συμμετοχής. Αυτά τα θεσμικά όργανα, λιγότερο ή περισσότερο, δεν είναι τα κύρια που συγκεντρώνουν το σύνολο της αστικής εξουσίας: απόφασης, εκτέλεσης, καταναγκασμού στην εφαρμογή. Από τον ίδιο το χαρακτήρα τους, τις νομοθετημένες λειτουργίες τους, η «δικαιοδοσία» τους μπορεί ν' ανασταλεί, αν η σύνθεση και η δράση τους έρθει σε αμφισβήτηση με το χαρακτήρα τους ως θεσμών εξασφάλισης των συμφερόντων, της εξουσίας του κεφαλαίου.(...)

Η απάτη της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας

Το Εθνικό Κοινοβούλιο - βέβαια και στην Ελλάδα - εμφανίζεται στη συνείδηση λαϊκών δυνάμεων ως πιο «αντιπροσωπευτικό» όργανο, που ανάλογα με την ποσοστιαία αντιπροσώπευση ταξικά διαφορετικών δυνάμεων μπορεί να διαμορφώνει μια συνισταμένη συγκερασμού διαφορετικών ταξικών συμφερόντων.
Αυτή είναι η μεγάλη απάτη της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Στηρίχτηκε στην ανάγκη της καπιταλιστικής κοινωνίας ν' απελευθερώσει τον άμεσο παραγωγό από οποιαδήποτε άλλη εξάρτηση φυσικού καταναγκασμού εκτός από τον οικονομικό καταναγκασμό του κεφαλαίου. Σε πολιτικό επίπεδο αυτό αντιστοιχούσε στην τυπική «ελευθερία» των «ελεύθερων» μισθωτών να στέλνουν τους δικούς τους αντιπροσώπους στο Εθνικό Κοινοβούλιο. Το γεγονός ότι η εργατική τάξη συγκροτήθηκε ως αυτοτελής πολιτική δύναμη εδώ και ενάμιση αιώνα, αντικειμενικά υποχρέωνε την αστική εξουσία όχι μόνο να διαμορφώσει τα δικά της όργανα καταστολής, αλλά και τη λειτουργία του πολιτικού συστήματος και του κοινοβουλίου, με τρόπο που να αφομοιώνουν εργατικά κόμματα. Η αστική εξουσία δεν ήταν δυνατό να ακυρώνει την «τυπική» ελευθερία της εργατικής τάξης με παρατεταμένη νομική απαγόρευση του κόμματός της, ακόμα και σε συνθήκες σχετικά «ειρηνικής» περιόδου.
Αυτή τη μεγάλη απάτη της αστικής δημοκρατίας υπηρετεί ο ΣΥΡΙΖΑ ως κύριος φορέας του οπορτουνισμού στην Ελλάδα, ο οποίος προεκλογικά υποστήριζε ότι το σημαντικό διακύβευμα ήταν αν η Ελλάδα θα έχει ένα Σύνταγμα που θα θεσμοθετήσει αλλαγές που θα βαθαίνουν τη δημοκρατία, ενώ χαρακτήρισε το εκλογικό αποτέλεσμα ως «ειρηνική επανάσταση».
Το Σύνταγμα, η κορωνίδα του καπιταλιστικού Δικαίου, σε οποιοδήποτε αστικό κράτος, προβλέπει και κατοχυρώνει την αναστολή της λειτουργίας οποιουδήποτε «αντιπροσωπευτικού» οργάνου, του ίδιου του κοινοβουλίου, αν η λειτουργία του αποσταθεροποιεί ή αμφισβητεί την καπιταλιστική ιδιοκτησία, τη νομική της κατοχύρωση, την εξασφάλισή της με μέσα καταστολής. Αυτήν την πλευρά του Συντάγματος υπερασπίζονται υπηρέτες της καπιταλιστικής εξουσίας, όπως ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, επιτιθέμενοι στο ΚΚΕ. Λόγω αυτής της ουσίας της δικτατορίας του κεφαλαίου, ανεξάρτητα από τη μορφή του πολιτικού συστήματός της, στην ιστορία των καπιταλιστικών κρατών, στην ιστορία των αστικών κοινοβουλίων, δεν υπάρχει κανένα παράδειγμα αλλαγής του χαρακτήρα του κοινοβουλίου από όργανο καπιταλιστικής εξουσίας σε όργανο εργατικής - λαϊκής εξουσίας. Δεν υπάρχει κανένα παράδειγμα υποταγής των καπιταλιστών στη θέληση - απόφαση εργατικών αντιπροσώπων στη Βουλή, επειδή κέρδισαν μεγάλο ποσοστό στο κοινοβούλιο.
Να θυμίσουμε ότι τυπικά παρουσιάστηκαν τέτοιες περιπτώσεις που στο κοινοβούλιο απέκτησαν την πλειοψηφία κόμματα που αρχικά εμφανίστηκαν ως εργατικά. Αυτά ήταν τα κόμματα της σοσιαλδημοκρατίας. Εμφανίστηκαν καταστάσεις που «σοσιαλιστικά», «σοσιαλδημοκρατικά», κομμουνιστικά κόμματα απέκτησαν την πλειοψηφία των κοινοβουλευτικών εδρών (στη Γερμανία, στη Γαλλία, στην Ιταλία κ.λπ.) ή ανέδειξαν «πρόεδρο της Δημοκρατίας» (π.χ. στην Ιταλία, στη Χιλή). Σε καμία περίπτωση, όμως, αυτή η κοινοβουλευτική πλειοψηφία και η ανάδειξη ανάλογης κυβέρνησης ή η ανάδειξη «Προέδρου της αστικής Δημοκρατίας» δεν έγινε εφαλτήριο για την κατάκτηση της εξουσίας από την εργατική τάξη. Ούτε καν αποτέλεσαν «όαση» στην έρημο της καπιταλιστικής επίθεσης. Οποτε έγιναν κάποιες παραχωρήσεις, ήταν αποτέλεσμα της συνδυασμένης επίδρασης δύο βασικών παραγόντων: Αφ' ενός λόγω ενός ιστορικά διαμορφωμένου ευνοϊκότερου συσχετισμού προς όφελος της εργατικής τάξης και της πάλης για το σοσιαλισμό, που είχε προκύψει από επαναστάσεις, αφ' ετέρου γιατί, κατά κάποιον τρόπο, ήταν γενικευμένη ανάγκη για την αναπαραγωγή του συνολικού κεφαλαίου. Γι' αυτό, άλλωστε, τέτοιες παραχωρήσεις έγιναν και από κυβερνήσεις φιλελεύθερων αστικών κομμάτων κι όχι κυρίως λόγω σύμπραξης σοσιαλδημοκρατικών ακόμα και κομμουνιστικών κομμάτων.
Εκείνο που υπάρχει ως γενικευμένο ιστορικό προηγούμενο είναι η ενσωμάτωση των «εργατικών» αντιπροσώπων στη θέληση - απόφαση, στην κυριαρχία του κεφαλαίου, μέσα κι έξω από τη Βουλή, η μετάλλαξη του εργατικού κόμματος σε αστικό κόμμα, η στήριξη του εργοδοτικού - κυβερνητικού συνδικαλισμού. Αυτή είναι η ιστορία της λεγόμενης σοσιαλδημοκρατίας, αλλά και του «ευρωκομμουνισμού».

Η ζημιά που κάνει ο οπορτουνισμός

ΣΥΝΟΔΟΣ ΚΟΡΥΦΗΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ


Ενταση της αντιλαϊκής επίθεσης προμηνύει ο νέος συμβιβασμός

Οργάνωση, αντεπίθεση και πάλη, στους τόπους δουλειάς και στις γειτονιές. Αποδέσμευση από την ΕΕ με μονομερή διαγραφή του χρέους, λαϊκή εξουσία και οικονομία
Οι δραματικοί τόνοι της πλουτοκρατίας και των αστών αναλυτών από τα ΜΜΕ, που χαρακτήριζαν τη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ της 28/29 Ιούνη ως «την κρισιμότερη για το μέλλον της Ευρώπης», ήταν μία ακόμη επιχείρηση κοροϊδίας, ώστε να σπείρουν αυταπάτες στους λαούς ότι η ΕΕ και οι αστικές κυβερνήσεις - κεντροδεξιές και κεντροαριστερές - μπορούν να αντιμετωπίσουν τα λαϊκά προβλήματα, να δώσουν φιλολαϊκή διέξοδο από την κρίση.
Εδώ και δύο χρόνια, που η καπιταλιστική κρίση στην ΕΕ και την Ευρωζώνη βαθαίνει, κάθε Σύνοδος Κορυφής της ΕΕ χαρακτηρίζεται ως «ιστορική» ή ως «η κρισιμότερη». Και κάθε φορά αποδεικνύεται ότι κάθε Σύνοδος Κορυφής της ΕΕ προσθέτει κι έναν κρίκο σε μια μακριά αλυσίδα αντιλαϊκών μέτρων, κλιμακώνει την ένταση της αντεργατικής λαίλαπας σε όλα τα κράτη - μέλη της ΕΕ ανεξάρτητα από τη δημοσιονομική κατάστασή τους και το επίπεδο του δημόσιου χρέους τους.
Κάθε φορά που διαφημίζεται ότι έγιναν βήματα στην κατεύθυνση του ξεπεράσματος της καπιταλιστικής κρίσης, τόσο γίνονται και πιο φανερές οι μεγάλες δυσκολίες της αστικής διαχείρισής της. Κάθε φορά που γίνεται επίκληση στην «αρχή της αλληλεγγύης» μέσα στην ΕΕ, αποκαλύπτονται ολοένα και περισσότερο οι τεράστιες αντιθέσεις ανάμεσα στις αστικές τάξεις των χωρών - μελών της, ιδιαίτερα ανάμεσα σ' αυτές των μεγάλων καπιταλιστικών οικονομιών.
Ο λαός μας πρέπει να σηκώσει κεφάλι. Κόντρα στους εκβιασμούς, την τρομοκρατία και τις αυταπάτες ότι υπάρχει καλή διαχείριση του καπιταλισμού
Ταυτόχρονα η διεκτραγώδηση, από τους αστούς κονδυλοφόρους, των δραματικών συνεπειών που πράγματι έχει η καπιταλιστική κρίση για τη ζωή της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων, έχει και μια άλλη διάσταση. Να τρομοκρατήσει τους εργαζόμενους ότι υπάρχουν ακόμη χειρότερα, ότι η εξαθλίωση μπορεί να μεγαλώσει κι άλλο. Κι έτσι να αποδεχτούν τη λυκοσυμμαχία της ΕΕ ως μονόδρομο, ότι μοναδική λύση είναι να σκύψουν κι άλλο το κεφάλι, διευκολύνοντας έτσι στην πραγματικότητα όχι τη ζωή τους, μα το έργο του δημίου τους.
Ενας ακόμη συμβιβασμός
Το αποτέλεσμα της Συνόδου Κορυφής ήταν ένας ακόμη συμβιβασμός. Η καπιταλιστική κρίση βαθαίνει στην Ευρωζώνη, στο σύνολο της ΕΕ. Σύμφωνα με τις προβλέψεις της ΕΕ, η ιταλική οικονομία θα συρρικνωθεί το 2012 κατά 2,4% από το 1,6% που ήταν η αρχική πρόβλεψη. Η Ισπανία ζήτησε την ένταξή της στο Μηχανισμό Στήριξης, ακολούθησε η Κύπρος και έπεται συνέχεια.
Η διαπάλη, ιδίως ανάμεσα στις αστικές τάξεις της Γερμανίας και της Γαλλίας, οι μεγάλες δυσκολίες που αντιμετωπίζει η αστική διαχείριση στην Ιταλία και την Ισπανία (3η και 4η αντίστοιχα καπιταλιστικές οικονομίες της Ευρωζώνης), φαίνεται να διασπάει τον λεγόμενο «γαλλογερμανικό άξονα» (που έτσι κι αλλιώς είχε προσωρινό χαρακτήρα και πριν, αφού οι μεταξύ τους αντιθέσεις δεν έπαυαν να μαίνονται). Διαμορφώνει νέες προσωρινές και πάλι «συμμαχίες», άξονες και αντιάξονες, της Γερμανίας και της Γαλλίας, με την Ισπανία και την Ιταλία, καθώς και τη Μ. Βρετανία, την ισχυρότερη καπιταλιστική οικονομία εκτός ευρώ να διεκδικεί τον δικό της διακριτό ρόλο.
1. Το περιβόητο «Σύμφωνο για την Ανάπτυξη» που διαφήμιζαν όλο το προηγούμενο διάστημα σοσιαλδημοκράτες και οπορτουνιστές είναι μια μεγαλοπρεπής απάτη των λαών. Το πρώτο που πρέπει να τονιστεί είναι ότι το Σύμφωνο αυτό εμμένει φανατικά στην τήρηση όλων των προηγούμενων αντιδραστικών Συμφωνιών και κανονισμών της ΕΕ: «Το Δημοσιονομικό Σύμφωνο», το «Σύμφωνο για το ευρώ +», οι Κανονισμοί για την «Ενισχυμένη Οικονομική Διακυβέρνηση» και το «Ευρωπαϊκό Εξάμηνο», με πυρήνα το τσάκισμα των μισθολογικών, εργασιακών και ασφαλιστικών δικαιωμάτων των εργαζομένων.
Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι μία από τις σημαντικότερες αποφάσεις της Συνόδου είναι η υιοθέτηση των Συστάσεων που πρότεινε η Επιτροπή για κάθε κράτος - μέλος της ΕΕ, στα πλαίσια του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου. Συστάσεις που έχουν ως βασικό περιεχόμενο την επίθεση με ακόμη μεγαλύτερη ένταση σε εργατικά και λαϊκά δικαιώματα σε κάθε κράτος-μέλος: Από τη Γερμανία, τη Γαλλία, την Ισπανία, την Ιταλία, το Βέλγιο μέχρι τη Σλοβενία, την Κύπρο και την Ελλάδα.
Το ίδιο το περιεχόμενο του «Συμφώνου για την Ανάπτυξη» αφήνει σοβαρά εκτεθειμένες τις δυνάμεις του ευρωμονόδρομου, ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ, ΔΗΜΑΡ, Καμμένος κ.α., που είχαν βγει στα κεραμίδια το προηγούμενο διάστημα, διαφημίζοντας τις αλλαγές στην ΕΕ, με αφορμή την εκλογή Ολάντ. Τι προβλέπει λοιπόν το «Σύμφωνο για την Ανάπτυξη»:
α) Παραπέρα ενοποίηση της Ενιαίας καπιταλιστικής Αγοράς της ΕΕ, καλύτερη εφαρμογή της αντεργατικής Οδηγίας «Μπολκεστάιν» για την απελευθέρωση των υπηρεσιών που ρίχνουν στο κατώτερο σημείο την τιμή της εργατικής δύναμης, ολοκλήρωση της απελευθέρωσης αγοράς - ιδιωτικοποίηση στους κλάδους της ενέργειας, των μεταφορών, των τηλεπικοινωνιών κλπ.
β) Η μεγαλύτερη απάτη του Συμφώνου είναι αυτή της εξαγγελίας περί παροχής 130 δισ. ευρώ για την πραγματοποίηση στοχευμένων μεγάλων έργων, που είχε ήδη συμφωνηθεί την προηγούμενη βδομάδα στη συνάντηση της Ρώμης, μεταξύ Ολάντ, Μέρκελ, Μόντι και Ραχόι. Μάλιστα, μερικά αστικά παπαγαλάκια που ειδικεύονται στην ευρωλαγνεία, με διάφορες κουτοπόνηρες λαθροχειρίες προσπαθούν να τα παρουσιάσουν μέχρι και 180 δισ. Πρόκειται για κοροϊδία.
Να ποια είναι η πραγματικότητα την οποία αποκάλυψε ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Βαν Ρομπάι, στη συνέντευξή του στις 28 Ιούνη: Τα 10 δισ. ευρώ θα δοθούν στην Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ), ώστε να αυξήσουν το κεφάλαιό της που θα φτάσει στα 60 δισ. Από αυτό το κεφάλαιο κάποια χρήματα θα διαθέσει με τη μορφή δανείων στα κράτη-μέλη για επενδύσεις.
Τα υπόλοιπα 60 δισ. ευρώ προέρχονται τα μεν 55 δισ. από τα διαθέσιμα ήδη κονδύλια των Ταμείων Συνοχής της ΕΕ που δεν απορροφήθηκαν από τα κράτη-μέλη και κανονικά έπρεπε να επιστραφούν στα εθνικά ταμεία, ενώ τα υπόλοιπα 5 δισ. θα διατεθούν με τη μορφή των πιλοτικών «ομολόγων έργου», δανείου δηλαδή με την εγγύηση της ΕΕ, σε στοχευμένα έργα που εγγυώνται υψηλή κερδοφορία για τις μονοπωλιακές επιχειρήσεις. Συνεπώς, μιλάμε για 120 δισ. ευρώ, ίσως και λιγότερα, τα οποία δεν είναι επιπλέον χρήματα, αλλά χρήματα που είναι ήδη προγραμματισμένο να επενδυθούν μέσα από τον υπάρχοντα προϋπολογισμό της ΕΕ και συγκεκριμένα από το Ταμείο Συνοχής και Περιφερειακής Ανάπτυξης της ΕΕ.
Το σημαντικότερο όμως είναι πού θα κατευθυνθούν αυτά τα χρήματα, σε ποια ανάπτυξη και για ποιον: Αυτά τα χρήματα θα διατεθούν ως ζεστό, δωρεάν χρήμα στους μονοπωλιακούς ομίλους για την κατασκευή έργων, για επενδύσεις σε τομείς υψηλής κερδοφορίας για το κεφάλαιο, όπως τα δίκτυα ενέργειας, μεταφορών, οι πράσινες τεχνολογίες και η ψηφιακή τεχνολογία, που δημιουργούν ελάχιστες θέσεις εργασίας και αυτές προσωρινού χαρακτήρα που καταργούνται με την περάτωση των έργων. Και, μάλιστα, ένα μεγάλο μέρος από τα χρήματα αυτά θα είναι δάνεια (είτε από την ΕΤΕπ, είτε «ομόλογα έργου»), που πρέπει να αποπληρωθούν όχι από τις επιχειρήσεις που τα παίρνουν ζεστά, αλλά από τα κρατικά εθνικά ταμεία, δηλαδή από το λαό!
Αυτή λοιπόν είναι η απάτη της ευρωενωσιακής καπιταλιστικής ανάπτυξης. Ανάπτυξη με λιτότητα. Ανάπτυξη για τους λίγους, δηλαδή κέρδη για τα μονοπώλια με τζάμπα χρήμα προερχόμενο από τη φορολόγηση των εργαζομένων σε όλη την ΕΕ, λιτότητα, ανεργία και φτώχεια για τη συντριπτική πλειοψηφία, την εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα.
Αυτή η συμφωνία κοροϊδίας είναι το πρόσχημα της γαλλικής αστικής τάξης την οποία θα επιχειρήσει να «πουλήσει» ο Γάλλος πρόεδρος Φ. Ολάντ στο εσωτερικό και τους «συμμάχους» του, για την πλήρη συμφωνία του, υιοθέτηση και εφαρμογή του αντιλαϊκού «Δημοσιονομικού Συμφώνου» και όλου του πλαισίου της «Ενισχυμένης Οικονομικής Διακυβέρνησης», αφήνοντας στα «κρύα του λουτρού» τους ντόπιους θαυμαστές του στην Ελλάδα, ΝΔ - ΣΥΡΙΖΑ - ΠΑΣΟΚ - ΔΗΜΑΡ, αλλά και τον Καμμένο.
2. Οι απολογητές της ΕΕ και οι οπορτουνιστές κάθε απόχρωσης επιχειρούν να παρουσιάσουν ως «βήμα μπροστά», επιτυχία της Ισπανίας και Ιταλίας και αντίστοιχης «ήττας» της Γερμανίας, το συμβιβασμό που επιτεύχθηκε στη Σύνοδο της Ευρωζώνης, στις 29 Ιούνη:
α) Να δανείζονται για την ανακεφαλαιοποίησή τους απευθείας οι Τράπεζες από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης (ΕΜΣ), ώστε αυτός ο δανεισμός να μην επιβαρύνει τα κράτη - μέλη και
β) ο ΕΜΣ να μπορεί υπό προϋποθέσεις να αγοράζει ομόλογα χρέους των κρατών-μελών που αντιμετωπίζουν υψηλά επιτόκια δανεισμού.
Μάλιστα, από τον ΣΥΡΙΖΑ προβάλλονται διάφορες φαιδρότητες περί «καλής διαπραγματευτικής ικανότητας» της Ισπανίας και Ιταλίας, σε αντίθεση με τη «διαχειριστική ανικανότητα των ελληνικών κυβερνήσεων». Ηδη στις βαλίτσες τους ο Μόντι και ο Ραχόι είχαν τα πακέτα των αντιλαϊκών μέτρων που πήραν στις χώρες τους, πριν αναχωρήσουν για τις Βρυξέλλες.
Γιατί πανηγυρίζουν λοιπόν οι υποστηρικτές της ευρωενωσιακής λυκοσυμμαχίας; Γιατί οι Τράπεζες που έχουν ήδη πάρει περίπου 5 τρισεκατομμύρια ευρώ μέχρι τώρα από ΕΕ και αστικές κυβερνήσεις, θα δανείζονται απευθείας από τον ΕΜΣ! Γιατί αντί για την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), που μέχρι σήμερα αγόραζε κρατικά ομόλογα χρέους των κρατών-μελών, τώρα θα τα αγοράζει ο ΕΜΣ. Τι κρύβουν επιμελώς:
  • Οτι ο ΕΜΣ είναι μηχανισμός ελεγχόμενης χρεοκοπίας που συστάθηκε με διακρατική συμφωνία, στον οποίο κυρίαρχη θέση και ρόλο έχουν τόσο η Γερμανία, όσο και η Γαλλία για τον έλεγχο του χρηματοπιστωτικού συστήματος.
  • Οτι η δυνατότητα δανεισμού των τραπεζών από τον ΕΜΣ εξαρτάται από τη σύσταση ενός ευρωενωσιακού μηχανισμού εποπτείας των Τραπεζών, ο οποίος θα έχει τον έλεγχο και την εποπτεία των εθνικών τραπεζών, αντί για τις εθνικές κρατικές αρχές. Ο ευρωενωσιακός αυτός μηχανισμός εποπτείας πρέπει να δημιουργηθεί «κατεπειγόντως» μέχρι το τέλος του 2012.
  • Οτι για το δανεισμό ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών τα κράτη-μέλη πρέπει επίσης να υπογράφουν «Μνημόνια».
  • Οτι και η Ισπανία θα υπογράψει μνημόνιο, αφού στη σχετική δήλωση αναφέρεται: «Ζητούμε την ταχεία σύναψη του μνημονίου συμφωνίας που συνδέεται με την παροχή οικονομικής στήριξης προς την Ισπανία για την ανακεφαλαιοποίηση του τραπεζικού της τομέα».
  • Οτι για την αγορά κρατικών ομολόγων από τον ΕΜΣ - που μέχρι σήμερα αγόραζε η ΕΚΤ χωρίς όρους - τα σχετικά κράτη-μέλη πρέπει «να τηρούν τις ανά χώρα συστάσεις και τις λοιπές δεσμεύσεις τους, περιλαμβανομένων των σχετικών χρονοδιαγραμμάτων, δυνάμει του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου, του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης και της διαδικασίας μακροοικονομικών ανισορροπιών. Οι όροι αυτοί θα πρέπει να αποτυπωθούν σε μνημόνιο συμφωνίας».
Να, λοιπόν, γιατί πανηγυρίζουν οι οπαδοί του ευρωμονόδρομου και οι οπορτουνιστές: Γιατί τα «Μνημόνια» φτώχειας και εξαθλίωσης των εργαζομένων γενικεύονται σε όλα τα κράτη - μέλη της ΕΕ. Γιατί εκχωρούνται ακόμη περισσότερα κυριαρχικά δικαιώματα των κρατών-μελών όχι μόνο σε ευρωενωσιακά όργανα, αλλά και σε δομές όπως ο ΕΜΣ.
Και αυτός ο συμβιβασμός - που καθόλου δεν αδυνατίζει τη θέση των γερμανικών μονοπωλίων, αλλά ικανοποιεί θέσεις της γερμανικής αστικής τάξης για βαθύτερη οικονομική ενοποίηση της ΕΕ - δεν πρόκειται να αντιμετωπίσει την καπιταλιστική κρίση στην ΕΕ και την Ευρωζώνη. Αντίθετα θα συνεχίσει να φορτώνει ακόμη πιο βαριά τις συνέπειες της κρίσης στην εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα σε όλα τα κράτη-μέλη της ΕΕ, ενισχύοντας τη θέση των πιο ισχυρών μονοπωλιακών ομίλων.
3. Το σχέδιο «προς μία πραγματική οικονομική και νομισματική ένωση» που παρουσίασε ο πρόεδρος της ΕΕ, που συντάχθηκε απ' αυτόν και τους προέδρους της Επιτροπής Μ. Μπαρόζο, της Ευρωζώνης Ζ. Κ. Γιούνκερ και της ΕΚΤ, Μ. Ντράγκι, αποτελεί εμβάθυνση του αντιδραστικού χαρακτήρα της ΕΕ και έντασης της επιθετικότητάς της ενάντια στους λαούς. Κινείται στην κατεύθυνση της ακόμη μεγαλύτερης οικονομικής και πολιτικής ενοποίησης της ΕΕ και ιδιαίτερα της Ευρωζώνης και της ΕΕ, στο βάθος της προσεχούς δεκαετίας.
Στην ουσία, προβλέπει την εκχώρηση ακόμη περισσότερων κυριαρχικών δικαιωμάτων των κρατών-μελών στα όργανα της ΕΕ, ως αντάλλαγμα για τη θωράκιση της εξουσίας τους απέναντι στους λαούς. Προβλέπει μία «νέα αρχιτεκτονική για το ευρώ», με τρεις πυλώνες για την ενοποίηση αυτή.
Α) Στο Χρηματοπιστωτικό τομέα: Προτείνει κεντρικό έλεγχο των τραπεζών των κρατών-μελών από ένα ευρωενωσιακό όργανο, ώστε η ίδια η ΕΕ να αποφασίζει ποιες τράπεζες θα πτωχεύσουν, θα συγχωνευτούν ή θα εξαγοραστούν, με άλλα λόγια τη συγκέντρωση και συγκεντροποίηση του κεφαλαίου στο χρηματοπιστωτικό τομέα. Η εξέλιξη αυτή μπαίνει σε άμεση εφαρμογή (μέχρι το τέλος του 2012) με την παραπάνω απόφαση της Ευρωζώνης. Με την παραπάνω προϋπόθεση μπορεί να συσταθεί ένα Σχήμα Αναδιάρθρωσης των τραπεζών και ένα Ευρωπαϊκό Σύστημα Εγγύησης καταθέσεων.
Β) Στο δημοσιονομικό τομέα: Προτείνει την «έκδοση κοινού χρέους», δηλαδή ομολόγων από την ΕΕ και τη σύσταση ενός «Ταμείου για την επαναγορά του χρέους» των κρατών-μελών. Προϋπόθεση για αυτά όμως είναι η εκχώρηση του δικαιώματος κατάρτισης των εθνικών προϋπολογισμών των κρατών-μελών στα όργανα της ΕΕ, τα οποία θα επιβάλλουν και τη συμμόρφωση με τις υποδείξεις τους και τη σύσταση ενός ευρωενωσιακού δημοσιονομικού οργάνου.
Γ) Στο Πολιτικό σκέλος προβλέπει τον ακόμη μεγαλύτερο συντονισμό και έλεγχο των οικονομικών πολιτικών των κρατών-μελών στα πλαίσια που βάζουν το «Ευρωπαϊκό εξάμηνο» και το «Σύμφωνο για το Ευρώ+» και μέτρα παρέμβασης στα πολιτικά και διοικητικά όργανα των κρατών-μελών για την επιβολή των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων που κρίνονται αναγκαίες για το καθένα. Είναι φανερό ότι πρόκειται για ενίσχυση των πιο αντιδραστικών και αντιλαϊκών χαρακτηριστικών της ΕΕ, της δικτατορίας των μονοπωλίων.
Χαρακτηριστικό είναι ότι τα περισσότερα από τα μέτρα που προωθεί είναι προτάσεις διαφόρων τμημάτων του κεφαλαίου, που κυκλοφορούσαν όλο το προηγούμενο διάστημα και που έχουν γίνει σημαία των οπορτουνιστών του ΣΥΡΙΖΑ και του ΚΕΑ. Μάλιστα στο δελτίο Τύπου που κυκλοφόρησε ο ΣΥΡΙΖΑ ενόψει της Συνόδου Κορυφής χρησιμοποιεί ακριβώς τις εκφράσεις του αντιδραστικού αυτού σχεδίου, προτείνοντας ως λύση για την ΕΕ μια «νέα αρχιτεκτονική» με κύριο αίτημα την «έκδοση κοινού χρέους». Δηλαδή καραμπινάτη καπιταλιστική διαχείριση που απορρέει από το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ.
4. Η Σύνοδος Κορυφής αποφάσισε νέα μέτρα ενάντια στη Συρία και το Ιράν, κλιμακώνοντας την ωμή ιμπεριαλιστική επέμβαση ΕΕ - ΗΠΑ - ΝΑΤΟ, στο έδαφος της όξυνσης των ανταγωνισμών με τις δυναμικά αναπτυσσόμενες χώρες - Ρωσία, Κίνα, Ινδία κ.ά. - για τον έλεγχο των πλουτοπαραγωγικών πηγών και την εκμετάλλευση των λαών της περιοχής. Από την 1η Ιούλη 2012 η Σύνοδος αποφάσισε την πλήρη εφαρμογή του εμπάργκο προμήθειας πετρελαίου από τα κράτη-μέλη της ΕΕ, καθώς και των άλλων μέτρων ενάντια στο Ιράν, γεγονός που θα έχει σοβαρές αρνητικές επιπτώσεις στην Ελλάδα και σε άλλες χώρες, που βρίσκονται στη δίνη της καπιταλιστικής κρίσης.
***
Οι αναλύσεις και οι προειδοποιήσεις του ΚΚΕ προεκλογικά επιβεβαιώνονται με δραματικό τρόπο για το λαό. Το ΚΚΕ συνεχίζει αταλάντευτα την πάλη κόντρα στο ρεύμα. Με όλες του τις δυνάμεις στα εργοστάσια, στους κλάδους, στις εργατικές γειτονιές, με τους φτωχούς αγρότες και επαγγελματίες. Η ρεαλιστικότητα της πολιτικής πρότασης του ΚΚΕ βασίζεται στην αντικειμενική πραγματικότητα της καπιταλιστικής βαρβαρότητας και την αναγκαιότητα της ανατροπής της, για την ικανοποίηση των σύγχρονων λαϊκών αναγκών.
Η καπιταλιστική κρίση οξύνεται στην Ευρωζώνη και την ΕΕ και τα αδιέξοδα της αστικής διαχείρισης πολλαπλασιάζονται. Η εξέλιξη αυτή κάνει επιθετικότερο το μονοπωλιακό κεφάλαιο και την επίθεση του πολιτικού προσωπικού του στην εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα αγριότερη.
Η ανεργία, η φτώχεια και η εξαθλίωση εξαπλώνονται με γεωμετρική πρόοδο και προσθέτουν ακόμη χειρότερα βάσανα στον εργαζόμενο λαό. Στην Ελλάδα, η καπιταλιστική διαχείριση βάζει σε άμεσο κίνδυνο ακόμη και τη ζωή του λαού, με τη στάση πληρωμών στον τομέα της Υγείας, στα φάρμακα. Κατεδαφίζει στοιχειώδεις προϋποθέσεις διαβίωσης, όπως η στέγη και το φαγητό.
Ο λαός μας πρέπει να σηκώσει κεφάλι. Κόντρα στους εκβιασμούς, την τρομοκρατία και τις αυταπάτες ότι υπάρχει καλή διαχείριση του καπιταλισμού. Ενάντια στη λογική του ευρωμονόδρομου που καλλιεργείται από όλο το φάσμα των πολιτικών δυνάμεων του ευρώ και της ΕΕ, ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ, ΔΗΜΑΡ, Καμμένο και το οπλισμένο χέρι του καπιταλισμού, τη φασιστική Χρυσή Αυγή.
Μοναδική λύση για το λαό μας είναι η πολιτική πρόταση και το πλαίσιο άμεσης πάλης και αιτημάτων του ΚΚΕ. Καμιά θυσία για την πλουτοκρατία. Ανασύνταξη του εργατικού - λαϊκού κινήματος. Κανένας εργαζόμενος μόνος του στην κρίση. Οργάνωση, αντεπίθεση και πάλη, στους τόπους δουλειάς και στις γειτονιές. Αποδέσμευση από την ΕΕ με μονομερή διαγραφή του χρέους, Λαϊκή Εξουσία και Οικονομία.

Ευρωκοινοβουλευτική Ομάδα του ΚΚΕ

Αφοπλισμός του κινήματος η συμμετοχή σε κυβέρνηση



Είναι γεγονός ότι και στις δύο εκλογικές αναμετρήσεις προβλήθηκε από τα αστικά επιτελεία, την αστική προπαγάνδα και το ΣΥΡΙΖΑ, ως το μοναδικό κριτήριο ψήφου η ανάδειξη κυβέρνησης και «πατούσε» πάνω σε δύο αντικειμενικούς παράγοντες. Ο πρώτος, ότι οι αστικές κοινοβουλευτικές εκλογές γίνονται για να αναδειχτεί κυβέρνηση. Ο δεύτερος, ότι η καπιταλιστική οικονομική κρίση και η πολιτική των αστικών κυβερνήσεων για τη διέξοδο σε όφελος του κεφαλαίου, που μετέφερε τις συνέπειες της κρίσης στις πλάτες της εργατικής τάξης και των άλλων φτωχών λαϊκών στρωμάτων ωθώντας στη φτώχεια, την ανεργία και την εξαθλίωση, καλλιεργούσε την ψυχολογία στο λαό για «εδώ και τώρα» λύσεις. Στην προκειμένη περίπτωση, λαϊκές δυνάμεις αναζητούσαν κυβέρνηση που μπορεί να αποτρέψει τα χειρότερα, να ανακουφίσει έστω και ελάχιστα το λαό.
Ο ΣΥΡΙΖΑ πρόβαλε ότι υπάρχει δυνατότητα για τέτοια κυβερνητική λύση. Αυτό εκτιμούσαμε, από πριν τις εκλογές της 6ης Μάη, είναι ένα στοιχείο που αναδεικνύει και τη μεγαλύτερη από πριν σκληρότητα της εκλογικής αναμέτρησης, αφού η επιλογή δεν ήταν πλέον ανάμεσα στα αστικά κόμματα ΠΑΣΟΚ - ΝΔ, αλλά ανάμεσα σε μια αστική κυβέρνηση και μια γιαλαντζί αστική κυβέρνηση, που προσδιοριζόταν είτε ως αριστερή, είτε ως αντιμνημονιακή.
Την παραμικρή χαραμάδα να άφηνε το ΚΚΕ ότι υπάρχει ενδεχόμενο συμμετοχής του σε αστική κυβέρνηση και ότι θα ήταν η δύναμη εκείνη που θα μπορούσε από κυβερνητική θέση να επιβάλει μέτρα φιλολαϊκά, θα ακύρωνε τα όποια θετικά βήματα έχουν γίνει στην ανάπτυξη του εργατικού κινήματος ως τώρα. Και, βεβαίως, θα καλλιεργούσε συνείδηση οπισθοχώρησης από τη θέση ότι ιδιαίτερα σε συνθήκες οικονομικής κρίσης δεν υπάρχει το παραμικρό περιθώριο και το κεφάλαιο να σωθεί και να αναπτυχθεί και ταυτόχρονα οι εργάτες να ανακουφιστούν. Γι' αυτό το ΚΚΕ έθετε το ζήτημα ότι η πάλη για τα άμεσα πιεστικά προβλήματα πρέπει να κατευθύνεται στην εναντίωση στα μονοπώλια, στο κεφάλαιο και τα κόμματά του, τις κυβερνήσεις του στην ΕΕ.
Στρατηγικό ζήτημα
Το ζήτημα «συμμετοχή του ΚΚΕ σε κυβέρνηση» είναι στρατηγικό ζήτημα. Ετσι, σε συνθήκες που το αστικό κράτος είναι κυρίαρχο, η συμμετοχή του επαναστατικού Κόμματος της εργατικής τάξης στην κυβέρνηση σημαίνει συμμετοχή στη διαχείριση των υποθέσεων του κεφαλαίου. Στην επεξεργασία και άσκηση πολιτικής στην κοινωνία του κεφαλαίου. Ολοι όσοι προεκλογικά, αλλά και μετά τις εκλογές έβαζαν αυτό το ζήτημα, της ανάδειξης δηλαδή μιας «αριστερής» κυβέρνησης και το κάλεσμα της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων για την ανάδειξη μιας τέτοιας κυβέρνησης, στο ερώτημα σε όφελος ποιας τάξης θα λειτουργεί και θα δρα αυτή η κυβέρνηση, απαντούσαν: Θα πάρει μέτρα ανακούφισης του λαού από τις συνέπειες της κρίσης. Αλλά εδώ προκύπτει επίσης το ερώτημα: Μπορεί μια κυβέρνηση στον καπιταλισμό να τον διαχειρίζεται σε όφελος του λαού; Πολύ περισσότερο, σε συνθήκες βαθιάς οικονομικής καπιταλιστικής κρίσης, που καταστρέφει παραγωγικές δυνάμεις, καταστρέφει δηλαδή και εργατική δύναμη, με την ανεργία, τη φτώχεια, την εξαθλίωση να απλώνονται με γεωμετρική πρόοδο, και ταυτόχρονα το κεφάλαιο να πασχίζει να σωθεί από την καταστροφική δύναμη της κρίσης; Δηλαδή τη στιγμή που πασχίζουν οι καπιταλιστές, οι μεγάλοι επιχειρηματικοί όμιλοι να διατηρήσουν πάση θυσία τις επιχειρήσεις τους - και σ' αυτό συμβάλλει και η αντεργατική αντιλαϊκή πολιτική που μειώνει μισθούς, διευκολύνει τις απολύσεις, επιβάλλει ελαστικές εργασιακές σχέσεις, όπως π.χ. η εκ περιτροπής εργασία, έτσι που σε συνθήκες μειωμένης κερδοφορίας να μπορούν να πάρουν μέτρα αντισταθμίσματος της χασούρας των κερδών τους από την πάμφθηνη εργατική δύναμη, καταναλώνοντας δηλαδή ολοένα και μικρότερο μέρος του κεφαλαίου για πληρωμή των εργατών...
Επομένως και σ' αυτό το ζήτημα εκφράζεται η οξύτατα ανειρήνευτη ταξική αντίθεση καπιταλιστών - εργατικής τάξης. Αλλωστε μια κυβέρνηση, με δεδομένη την ιδιοκτησία των καπιταλιστών, είναι υποχρεωμένη να εφαρμόζει πολιτική ενίσχυσης της κερδοφορίας τους αφού νόμος κίνησης της καπιταλιστικής κοινωνίας είναι ο νόμος του κέρδους. Πολιτική κόντρα σ' αυτό το νόμο σημαίνει καταστροφή του κεφαλαίου. Επομένως, μια κυβέρνηση, ακόμη και με συμμετοχή του Κομμουνιστικού Κόμματος, σε αστικές συνθήκες, αντικειμενικά δεν μπορεί να εφαρμόσει πολιτική κόντρα στους νόμους που κινούν αυτή την κοινωνία, κόντρα στο νόμο του κέρδους. Να γιατί λέμε ότι η συμμετοχή του ΚΚΕ σε κυβέρνηση είναι στρατηγικό ζήτημα. Στην προκειμένη περίπτωση, συμμετοχή του ΚΚΕ σε κυβέρνηση και με το κράτος και την οικονομία στα χέρια των αστών σημαίνει ότι το ΚΚΕ αλλάζει στρατηγική και γίνεται κόμμα αστικής διαχείρισης, άρα απεμπολεί τον ταξικό πολιτικό αγώνα για να πάρει η εργατική τάξη την εξουσία, και υποτάσσει την ίδια την εργατική τάξη στους καπιταλιστές, και το κίνημά της σε μέσο διαιώνισης του καπιταλισμού. Γιατί μέσω αστικοκοινοβουλευτικών εκλογών ανατροπή του καπιταλισμού δε γίνεται. Με μια τέτοια ενέργεια θα καλλιεργούσε όμως αυτήν την αυταπάτη. Οχι συγκέντρωση των δυνάμεων για ρήξη - ανατροπή, αλλά εκλογές για ανάδειξη κυβέρνησης που θα διαχειρίζεται την καπιταλιστική κοινωνία για να εφαρμόζει τάχα πολιτική υπέρ της εργατικής τάξης, του λαού!...
Τα περί κρίκων και μεταβατικών στιγμών
Υπάρχουν δυνάμεις που αυτοαποκαλούνται αριστερές όπως η ΚΟΕ, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ και άλλες που έβαζαν το στόχο ανατροπής των αντιλαϊκών κυβερνήσεων με ένα πρόγραμμα που δε θα είναι πρόγραμμα εργατικής εξουσίας, αλλά μιας κυβέρνησης η οποία θα εφαρμόσει πρόγραμμα ανακούφισης του λαού, και μάλιστα τη θεωρούσαν ως εφαλτήριο για την εργατική εξουσία ή μεταβατικό στάδιο συγκέντρωσης των δυνάμεων για τη σοσιαλιστική επανάσταση. Βεβαίως, στην πορεία η ΚΟΕ την εγκατέλειψε, γιατί αφομοιώνεται στο ΣΥΡΙΖΑ, η δε ΑΝΤΑΡΣΥΑ εγκατάλειψε φραστικά την κυβέρνηση, χωρίς να εγκαταλείψει την ουσία της. Για παράδειγμα, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ στην επιστολή της προς το ΚΚΕ και το ΣΥΡΙΖΑ για συνεργασία των αριστερών δυνάμεων, που δημοσίευσε το ΠΡΙΝ στις 11 Μάρτη 2012, έβαζε το ζήτημα ως εξής: «Οι πολιτικοί "άξονες" για την κοινή αριστερή και αγωνιστική δράση που προτείνει σε ΚΚΕ, ΣΥΡΙΖΑ, στην ανατρεπτική Αριστερά και σε όλα τα αγωνιζόμενα ρεύματα και δυνάμεις, είναι οι παρακάτω: Ανατροπή των μνημονίων, των κυβερνήσεων του κεφαλαίου, της ΕΕ και του ΔΝΤ. Παύση πληρωμών προς τους πιστωτές, μη αναγνώριση και διαγραφή του χρέους. Εθνικοποίηση - κρατικοποίηση όλων των τραπεζών και των μεγάλων, στρατηγικής σημασίας επιχειρήσεων, χωρίς αποζημίωση, με εργατικό και λαϊκό έλεγχο. Εξοδος από το ευρώ, την ΟΝΕ και την ΕΕ. Ριζική μείωση του χρόνου εργασίας, σταθερή εργασία με αυξήσεις σε μισθούς, συντάξεις, εισόδημα εργαζομένων και λαού σε βάρος των κερδών του κεφαλαίου» προτείνοντας τη συγκρότηση «ενός αγωνιστικού μετώπου ρήξης και ανατροπής της αντιδραστικής επίθεσης του κεφαλαίου, της ΕΕ, του ΔΝΤ και των κυβερνήσεών τους».
Ουσιαστικά, χωρίς να το λέει, πρότεινε μια κυβέρνηση διαχείρισης σε αστικά πλαίσια, μιλώντας ταυτόχρονα για «ρήξη και ανατροπή της αντιδραστικής επίθεσης του κεφαλαίου» αλλά αυτή η ρήξη έφτανε μέχρι την αναδιανομή «σε βάρος των κερδών του κεφαλαίου» και όχι κατάργησή τους. Αρα άφηνε άθικτη την ιδιοκτησία του κεφαλαίου. Ετσι όμως καλείς την εργατική τάξη, το λαό, με την ψήφο, να αναδείξουν μια κυβέρνηση που θα θεωρούν ότι είναι φιλολαϊκή, με την αυταπάτη οτι θα μπορεί εφαρμόζει πολιτική ενάντια στα κέρδη του κεφαλαίου, άρα υπονόμευσής του, αλλά αντικειμενικά δε θα μπορεί να το κάνει, άρα δε θα μπορεί να είναι φιλολαϊκή.
Προβάλλουν την άποψη ότι μια τέτοια κυβέρνηση, με το παραπάνω πλαίσιο ώς πρόγραμμα θα είναι σε όφελος της εργατικής τάξης, των άλλων φτωχών λαϊκών στρωμάτων, γιατί θα παλεύει να το εφαρμόσει, αλλά στην ανειρήνευτη ταξική αντίθεση «καπιταλιστές-εργατική τάξη», «μονοπώλια-λαός», η λύση υπέρ της μιας ή της άλλης τάξης σημαίνει σύγκρουση. Αρα απαιτεί ανάλογο συσχετισμό δυνάμεων. Που σημαίνει ότι αυτός ο συσχετισμός δυνάμεων έχει διαμορφωθεί μέσα από την ανάπτυξη της ταξικής πάλης υπέρ της εργατικής τάξης και του κόμματός της. Αρα θα έχει ήδη εκφραστεί μέσα από την ανάπτυξη της ταξικής πάλης στο εργατικό κίνημα. Δηλαδή οργανωμένη εργατική τάξη, σχεδόν καθολικά, συμμαχία με τα πρωτοπόρα τμήματα των φτωχών λαϊκών στρωμάτων, όργανα πάλης της συμμαχίας, ανάπτυξη αγώνων με όρους μαζών σε αντιμονοπωλιακή αντικαπιταλιστική κατεύθυνση, διαμορφωμένη δηλαδή συνείδηση και έκφραση στην πράξη, ανατρεπτική.
Υπάρχουν σήμερα στην Ελλάδα έστω ενδείξεις οτι το εργατικό κίνημα, η ταξική πάλη αναδεικνύει μία τέτοια πραγματικότητα; «Είναι φανερό ότι οι αγώνες που αναπτύχθηκαν δεν μπόρεσαν να δώσουν μεγαλύτερο βάθος και σταθερότητα στο ριζοσπαστισμό, καθώς δεν απέκτησαν τη μαζικότητα και κυρίως την οργάνωση και τον πολιτικό προσανατολισμό που απαιτούν οι συνθήκες. Αν και το λαϊκό κίνημα στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια είχε σημαντική άνοδο και κινητοποιήσεις πανευρωπαϊκής απήχησης, δεν είχε ούτε τον προσανατολισμό ούτε τη μαζικότητα - οργανωτικότητα, ώστε άμεσα να απειλεί την αστική εξουσία του κεφαλαίου», εκτιμά η ΚΕ του ΚΚΕ στην Απόφαση για το εκλογικό αποτέλεσμα του Ιούνη. Και σ' αυτό δεν υπάρχει άλλη εκτίμηση.
Ορισμένοι «αριστεροί» μιλούν για την αναγκαιότητα προβολής του ζητήματος της κυβέρνησης σε αστικές συνθήκες και της κατάκτησής της ως μια «στιγμή» στη μεταβατική διαδικασία για την επανάσταση, για την εργατική εξουσία. Αυτή η τακτική είναι η ίδια που παρουσιάσαμε πιο πάνω με παράδειγμα την ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Και είναι λογική που υποτάσσει τη στρατηγική στην εξυπηρέτηση ενός στόχου, συγκέντρωσης δυνάμεων στη γραμμή του ΚΚΕ λένε κάποιοι, αλλά τελικά οδηγεί στο ρεφορμισμό, αφού αντικειμενικά στο όνομα μιας εκλογικής αναμέτρησης καλείς την εργατική τάξη να επιλέξει κυβέρνηση αστικής διαχείρισης, δηλαδή συγκέντρωση δυνάμεων σε κυβέρνηση στα πλαίσια του καπιταλισμού. Αυτό απαντά και στην άποψη που λέει ότι ναι μεν η εποχή είναι εποχή του ιμπεριαλισμού, του ανώτατου σταδίου του καπιταλισμού, ναι μεν δεν υπάρχει ενδιάμεσος κοινωνικο-οικονομικός σχηματισμός, αλλά άλλο το αντικειμενικό στοιχείο με βάση το χαρακτήρα της εποχής, άλλο η πολιτική που θα ωριμάζει τον υποκειμενικό παράγοντα, δηλαδή τη συνείδηση της εργατικής τάξης και των συμμάχων της για την ανατροπή του καπιταλισμού. Και εδώ το ζήτημα της κυβέρνησης, λένε, είναι κρίκος. Αλλά είναι κρίκος ενίσχυσης του κυβερνητισμού και των αυταπατών ότι με κοινοβουλευτική διαδικασία μπορεί να γίνονται ρήξεις μέσα στον καπιταλισμό και μέσω αυτής της διαδικασίας στην πορεία να αφαιρεθεί η ιδιοκτησία και η εξουσία από τα μονοπώλια. Αντικειμενικά αυτός ο κρίκος είναι κρίκος υποβιβασμού της ταξικής συνείδησης και κατά συνέπεια ταξικής πάλης στο μέτρο και στο επίπεδο διατήρησης του συστήματος.

Ι.
 
Πηγή: Ριζοσπάστης

ΣΥΡΙΖΑ - Με υπευθυνότητα απέναντι στους αστούς και την ΕΕ



Γρηγοριάδης Κώστας
Ταχύτατη είναι η προσαρμογή του ΣΥΡΙΖΑ στα νέα δεδομένα που δημιουργεί η αναμόρφωση που προωθεί η αστική τάξη στο πολιτικό σκηνικό και στην οποία φιλοδοξεί να πρωταγωνιστήσει. Αφήνοντας στην άκρη ακόμα και εκείνα τα προεκλογικά συνθήματα, με τα οποία υφάρπαξε ψήφους, δίνει εξετάσεις στην άρχουσα τάξη ως επίδοξος διαχειριστής των υποθέσεών της.Είναι χαρακτηριστική η στάση του μετά τη Σύνοδο Κορυφής, οπότε τα στελέχη του πανηγύριζαν για λογαριασμό των Ραχόι και Μόντι, και κατ' επέκταση της ντόπιας πλουτοκρατίας. Πρόβαλλαν μάλιστα σαν παραδειγματικό τον τρόπο που διαπραγματεύτηκαν για λογαριασμό των αστικών τάξεων των χωρών τους, αποσιωπώντας το γεγονός ότι αμφότεροι τσακίζουν τους λαούς τους με αιματηρά μέτρα λιτότητας και σφαγιασμού των δικαιωμάτων τους, χωρίς μνημόνια και συμφωνίες με την τρόικα.
«Η χθεσινή ημέρα της ευρωσυνόδου στις Βρυξέλλες ήταν απολύτως ενδεικτική του τι σημαίνει "σκληρή διαπραγμάτευση", με ξεκάθαρη τακτική και σαφείς στόχους (...) Η χθεσινή ημέρα θα πρέπει να διδάσκεται ως παράδειγμα των κανόνων του αποτελεσματικού "διαπραγματεύεσθαι"», έλεγε εκ μέρους του ΣΥΡΙΖΑ η Ρ. Δούρου.
Στη βάση αυτή αξίωσε απ' την ελληνική κυβέρνηση να τους μιμηθεί υπερασπιζόμενη τα συμφέροντα των αστών της χώρας, κοροϊδεύοντας ότι η διαπραγμάτευση μπορεί να έχει θετικά για τους λαούς αποτελέσματα: «Οταν υπάρχει πραγματική θέληση και τακτική για διαπραγμάτευση, υπάρχουν αποτελέσματα» δήλωσε η ίδια, ενώ ο Ν. Χουντής είδε και το «πρώτο ρήγμα στις πολιτικές που προσπαθούν να ρίξουν τα βάρη της μεγάλης δημοσιονομικής και τραπεζικής κρίσης που πλήττει την Ευρώπη στις πλάτες των εργαζομένων»!
Τις διαθέσεις του ο ΣΥΡΙΖΑ τις είχε δείξει από την προηγούμενη της Συνόδου, όταν έγραφε σε ανακοίνωσή του ότι «ο λαός έθεσε πάρα πολύ ψηλά τον πήχη (...) μέσα από την ετυμηγορία του στις δυο εκλογικές αναμετρήσεις, τον πήχη των διεκδικήσεων απέναντι στην τρόικα και την ΕΕ». Επιβεβαίωνε έτσι ότι θέληση και του ίδιου είναι μια καλύτερη τάχα αναδιαπραγμάτευση του μνημονίου και όχι η κατάργησή του, όπως υποσχόταν προεκλογικά.
Στην ίδια ανακοίνωση κατήγγειλε την κυβέρνηση ότι «σ' αυτές τις υψηλές απαιτήσεις διεκδίκησης και επαναδιαπραγμάτευσης, (...) δεν έχουν κανένα σχέδιο και καμιά οργάνωση», εκφράζοντας μάλιστα τη λύπη του επειδή «τέτοιες ευκαιρίες δεν θα έχουμε πολλές από δω και στο εξής, όσο περνάει ο καιρός, οι ευκαιρίες θα συρρικνώνονται δραματικά». Επί της ουσίας, προϊδεάζει από τώρα για τα όρια της διαχείρισης που και ο ίδιος θα ασκήσει, αν αναβαθμιστεί ο ρόλος του στο αστικό σύστημα.
Μοιράζει αυταπάτες με τη σέσουλα
Στη λογική της αναδιαπραγμάτευσης και ο Δ. Παπαδημούλης ο οποίος δήλωσε σχολιάζοντας τη Σύνοδο Κορυφής, ότι μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ «θα προσπαθούσε να αξιοποιήσει αυτή την κινητικότητα και να βάλει στο τραπέζι και το ελληνικό πρόβλημα»!
Δεν εννοούσε βεβαίως τα προβλήματα του λαού, όπως έσπευσε να διευκρινίσει: «Χρειάζεται μια ευρωπαϊκή ασπίδα στο τραπεζικό σύστημα (...) Χρειάζεται μια ευρωπαϊκή ρύθμιση του χρέους (...) Χρειάζεται επίσης αντικατάσταση του μνημονίου 2 με ένα διαφορετικό πρόγραμμα που να μην εξασφαλίζει μόνο μακρύτερο χρόνο δημοσιονομικής προσαρμογής αλλά και βαθύτερο κούρεμα και εξασφάλιση κονδυλίων»! Διαπραγμάτευση δηλαδή για τους αστούς και τις τράπεζες.
Συμπληρωματικά στα παραπάνω, πριν απ' τη Σύνοδο, με παρέμβασή του ο ΣΥΡΙΖΑ ζητούσε περισσότερη και ισχυρότερη ΕΕ, χρήση περισσότερων εργαλείων διαχείρισης της κρίσης. Αποκρύπτοντας το χαρακτήρα και την οξύτητά της, όπως και το γεγονός ότι όλα τα εργαλεία που αποφασίζει η ΕΕ στόχο έχουν να φορτώσουν τις συνέπειες στους λαούς, για να σωθεί η πλουτοκρατία. Οι προτάσεις του σταθερά ταυτισμένες με αυτές που διατυπώνουν μερίδες της πλουτοκρατίας, συνοδεύονται από επικίνδυνες αυταπάτες.
«Γίνεται πλέον ξεκάθαρο ότι χρειάζεται επαναθεμελίωση της Ευρώπης και συνολική αλλαγή της αρχιτεκτονικής της Ευρωζώνης (...) Είναι απαραίτητο να υπάρξει ένα σχέδιο μετατροπής των επιμέρους δημόσιων χρεών των χωρών σε κοινό ευρωπαϊκό χρέος και η δημιουργία αναδιανεμητικού ευρωπαϊκού προϋπολογισμού», προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ. Τα αιτήματα που καταθέτει είναι ίδια με αυτά που επικαλούνται οι δυνάμεις που προωθούν τη βαθύτερη πολιτική και οικονομική ενοποίηση της ΕΕ. Το ίδιο ζητάει στην πραγματικότητα και ο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος κατά τ' άλλα κόπτεται και φωνάζει για την παραχώρηση κυριαρχικών δικαιωμάτων.
Στα παραπάνω προσθέτει: «Γίνεται ακόμα πιο επιτακτική η ανάγκη για αλλαγή του ρόλου της ΕΚΤ με απευθείας δανεισμό των κρατών, αλλά και της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων για τη στήριξη της απασχόλησης και της ανάπτυξης». Αναπαράγει θέσεις που προβάλλουν σταθερά ανταγωνιζόμενες μερίδες της πλουτοκρατίας, που ζητάνε φθηνότερο χρήμα και μεγαλύτερη διάχυση της ζημιάς από την ελεγχόμενη καταστροφή κεφαλαίου. Κοροϊδεύει το λαό ότι αν τα μονοπώλια εξασφαλίσουν πηγές φθηνότερου χρήματος, τότε θα ανοίξει ο δρόμος της ευημερίας και για τον ίδιο.
Στόχος η πλήρης ενσωμάτωση του λαού
Η πολιτική που έχει ανάγκη το κεφάλαιο, δεν μπορεί να περάσει αν δεν χτυπηθεί η ριζοσπαστικοποίηση και δεν εξασφαλιστεί η λαϊκή ενσωμάτωση. Αυτό απασχολεί τα όργανα του ΣΥΝ και του ΣΥΡΙΖΑ, οι συνεδριάσεις των οποίων ολοκληρώνονται σήμερα.
Σε κείμενο που διέρρευσαν την περασμένη Πέμπτη, με τίτλο «Τελικό σχέδιο πολιτικής απόφασης», διαπιστώνεται ότι πρέπει να ενισχύσουν την «κινηματική λογική» σε συνδυασμό με τη μετατροπή του ΣΥΡΙΖΑ σε ενιαίο κόμμα, «όπου θα συνυπάρχουν ρεύματα από την κομμουνιστική αριστερά, μέχρι την αριστερή σοσιαλδημοκρατία και τη ριζοσπαστική οικολογία», προκειμένου να είναι πιο αποτελεσματική η χειραγώγηση του λαού στη νέα σούπα της σοσιαλδημοκρατίας.
Σε ό,τι αφορά το εργατικό κίνημα, κάνουν λόγο για «αντινεοφιλελεύθερο» προσανατολισμό, με σαφή διάθεση να βάλουν εμπόδια στη ριζοσπαστικοποίηση των εργατικών λαϊκών ανθρώπων, κρύβοντας την ταξική ουσία της επίθεσης που σήμερα δέχονται οι εργαζόμενοι και ο λαός.
Σε άλλο σημείο αναφέρονται στην ανάγκη ύπαρξης «ενός ευρύτατου αυτόνομου ταξικού ρεύματος μέσα στα συνδικάτα, που δεν θα αντιστοιχείται με την κομματική διαίρεση, ώστε να διεκδικήσει την ανατροπή των συνδικαλιστικών συσχετισμών σε βάρος των συμβιβασμένων ηγεσιών και να δημιουργηθεί ένας συντονισμός αγώνα πρωτοβάθμιων σωματείων και ομοσπονδιών που θα υπερβεί την ακινησία των κεντρικών συνδικαλιστικών οργάνων».
Εδώ ο στόχος βγάζει μάτι. Επιδιώκουν το χτύπημα του ταξικού συνδικαλιστικού κινήματος, του ΠΑΜΕ, με τη συγκρότηση συσπειρώσεων που θα αντιτίθενται δήθεν στις συμβιβασμένες πλειοψηφίες, με τις οποίες όμως ο ΣΥΡΙΖΑ βαδίζει χέρι - χέρι, έχοντας μάλιστα προσφέρει στέγη και σε πολλούς πρώην ΠΑΣΟΚους εργατοπατέρες.
Στόχος τους παραμένει αυτονόητα το ΚΚΕ και η προσπάθεια να ενσωματώσουν πλήρως στη στρατηγική της διαχείρισης λαϊκές συνειδήσεις που συναντήθηκαν με το Κόμμα, αλλά στις τελευταίες εκλογές έκαναν πίσω, κάτω από το βάρος του φόβου και των αυταπατών.
Γράφουν μεταξύ άλλων: «Η ανθενωτική - σεχταριστική και άκρως επιθετική στάση της ηγεσίας του ΚΚΕ θέτει μπροστά μας νέα ζητήματα. Η διεύρυνση της επιρροής του ΣΥΡΙΖΑ/ΕΚΜ τον καταγράφει ως την μεγαλύτερη συνιστώσα (...) Αυτό σημαίνει ότι χρειάζεται μια συζήτηση με ένα σημαντικό τμήμα δυνάμεων που μας στήριξε στις εκλογές από το ΚΚΕ (...) και η προσπάθεια συσπείρωσης και ένταξής τους στην κοινή μας προσπάθεια».
Η προσπάθεια αυτή θα γίνει αναμηρυκάζοντας τα γνωστά ψεύδη και επιστρατεύοντας τη λασπολογία σε βάρος του ΚΚΕ για «αντιενωτική πολιτική και σεχταριστική στάση πολιτικής απομόνωσης και αδιαφορίας που επέδειξε στην αντιμετώπιση των άμεσων και τεράστιων προβλημάτων της εργατικής τάξης και του λαού καθώς και της ταύτισής του με την κινδυνολογία του συστήματος».
Οι ίδιοι συνεχίζουν να αναμασούν ξεδιάντροπα τα περί «ενότητας της αριστεράς» και ομολογούν ότι στόχος τους είναι να παρέμβουν στη στρατηγική άλλων κομμάτων, λέγοντας ότι «η υπόθεση της ενότητας της αριστεράς δεν εξαντλείται στις διεργασίες εντός του ΣΥΡΙΖΑ. Πρέπει να παρακολουθούμε τις εξελίξεις στα άλλα κόμματα της αριστεράς».

Βάσω ΝΙΕΡΡΗ
 
πηγή: Ριζοσπάστης